Παραμονές Δεκαπενταύγουστου, μεσημέρι. Είμαι μόνος στην πολυκατοικία - οι άλλοι ένοικοι πήραν θάλασσες και βουνά - και παρακολουθώ από το μπαλκόνι την αυγουστιάτικη ακινησία του μεσημεριού της Αθήνας, όπως ο Σενέκας (αν ήταν όντως εκεί) την πυρκαγιά της αρχαίας Ρώμης. Φέτος, όμως, χωρίς φανερά σημεία υποβολής το προτιμώ και το χαίρομαι.
Δεν είναι μόνο το Σύμπαν που συνωμοτεί (υπέρ μας ή εναντίον μας είναι ασήμαντη λεπτομέρεια), είναι και το ραδιόφωνο: ακούγεται η βραχνή και φάλτσα φωνή του Νιόνιου, που έρχεται από την εποχή εκείνη όπου ήταν ένας αδύνατος νεαρός με γυαλιά και με μία αστεία μεγάλη μύτη:
«...Zεστό το μεσημέρι, το στόρι χαμηλό
κι η σκάλα στο φωταγωγό
Σβήνουν τα βήματα, στη σκάλα κανείς
θα πλανηθούμε μοναχοί θάλασσες, πόλεις,
έρημοι σταθμοί
Aλλάζουν όλα εδώ κάτω με ορμή
Tι να καταλάβουμε οι φτωχοί ...»
Δεν είναι μόνο το Σύμπαν που συνωμοτεί (υπέρ μας ή εναντίον μας είναι ασήμαντη λεπτομέρεια), είναι και το ραδιόφωνο: ακούγεται η βραχνή και φάλτσα φωνή του Νιόνιου, που έρχεται από την εποχή εκείνη όπου ήταν ένας αδύνατος νεαρός με γυαλιά και με μία αστεία μεγάλη μύτη:
«...Zεστό το μεσημέρι, το στόρι χαμηλό
κι η σκάλα στο φωταγωγό
Σβήνουν τα βήματα, στη σκάλα κανείς
θα πλανηθούμε μοναχοί θάλασσες, πόλεις,
έρημοι σταθμοί
Aλλάζουν όλα εδώ κάτω με ορμή
Tι να καταλάβουμε οι φτωχοί ...»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.