Κυριακή 25 Νοεμβρίου 2007

La Divina



Μισό αιώνα μετά τη λαμπερή επταετία της στη Σκάλα του Μιλάνου, η Μαρία Κάλλας παραμένει αναπόδραστη αναφορά στους δεκάδες ρόλους που σφράγισε ανεξίτηλα με τη μουσική και τη δραματική της προσωπικότητα. Την ιδιοφυία μπορεί κανείς να τη διαπιστώνει, όχι όμως να την εξηγεί.
Η αλήθεια είναι πως η τέχνη της, όπως συμβαίνει με όλους τους πληθωρικούς δημιουργούς, περιείχε πολλά και διαφορετικά στοιχεία, που αν τα εξετάσει κανείς μεμονωμένα ίσως βρει και ελαττώματα. Όλα όμως μαζί έδιναν το ξεχωριστό, το ειδικό.

Είναι χαρακτηριστικό ότι ενώ από το 1955 παρατηρείται ένα «αδυνάτισμα» της φωνής της, οι ωραιότερες και συγκλονιστικότερες εμφανίσεις της γίνονται ακριβώς τη στιγμή που φαίνονται τα πρώτα σύννεφα. Με τη Μαρία Κάλλας υπάρχει ένα σημαντικό πρόβλημα. Αν την ακούσεις (ή ακόμα περισσότερο αν την ακούσεις και την δεις ταυτόχρονα) σ' ένα ρόλο, ο ρόλος κλειδώνεται. Οι συγκρίσεις με τις «μετά Κάλλας» ερμηνεύτριες είναι συντριπτικές, όσο και αν οι σύγχρονες, κρίνοντας αυστηρά τεχνικά μπορεί να έχουν τελειότερη φωνή! Η αγαπημένη της ηρωίδα, η Νόρμα, λυτρώνεται στην πυρά (σύμπτωση; η τέφρα της Κάλλας, σκορπίστηκε με επιθυμία της στα νερά του Αιγαίου). Όταν είχαν εμφανιστεί τα πρώτα προβλήματα στην υψηλή φωνητική περιοχή της Κάλλας, τραγουδώντας τη Casta Diva, την άρια εισόδου από τη Νόρμα, το κοινό διέκρινε την κόπωση και είχε αποδοκιμαστεί. Σήμερα, τον ίδιο ρόλο έχουν ερμηνεύσει φωνητικά άρτιες καλλιτέχνιδες, καμία τους όμως δεν έφτασε σε εκφραστική τελειότητα την Κάλλας.

Το βίντεο είναι από ρεσιτάλ που έδωσε η Divina στο Αμβούργο το 1962. Η περίφημη Χαμπανέρα από την Κάρμεν του Μπιζέ. Η Μαρία Κάλλας δεν τραγούδησε ποτέ την Κάρμεν σε παράσταση. «L'amour est un oiseau rebelle, que nul ne peut apprivoiser» (ο έρωτας είναι τρελό πουλί που δεν το ημέρεψε κανείς). Η ερμηνεία της, φωνητική και εκφραστική, σε καθηλώνει...

5 σχόλια:

  1. Ανώνυμος26/11/07

    Hello from Bergamo, Italy.

    I 've found your article while looking at google for Maria Callas related recent blog articles and I decided to comment this wonderful video.

    Callas was, is and always be La Divina. Musicians, singers, critics, directors and conductors agree, she was a genius. Callas artistry is beyond comments...

    Callas contributed significantly in order for us to be interested in and inspired by opera today..

    While the other (highly respectable) sopranos were just reproducing their "perfect" technique, Callas with all these beautiful flaws was trying to "create history" by giving life and emotion to all these roles and thus by making everything accessible to us..

    Listen to "Callas has no rivals"..She was struggling to achieve this purpose by exhausting herself.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Ανώνυμος28/11/07

    «Κλειδώνεται». Ακριβέστατο. Χαρακτηριστικό είναι ότι το κλείδωμα ισχύει ακόμα και για την, τραγουδισμένη ίσως όσο συχνά –τηρουμένων των αναλογιών– και το ’O sole mio (που πολλοί νομίζουν ότι μεταφράζεται «Ω ήλιε μου» και το τραγουδούν ανάλογα, ενώ στη ναπολιτάνικη διάλεκτο στην οποία είναι γραμμένο σημαίνει απλά «Ο ήλιος μου»· παρόμοιο λάθος γίνεται και στο O pastor των Madredeus -το o είναι στα πορτογαλικά το οριστικό άρθρο για το αρσενικό γένος, π.χ. η διασκευή στα πορτογαλικά του Here comes the sun του Τζωρτζ Χάρρισον από το Abbey Road είναι Lá vem o sol-, καθώς και σε τυποποιημένες εκφράσεις από παλαιότερα ελληνικά όπως «Ό μη γένοιτο» και «Ό γέγονε, γέγονε», όπου η αναφορική αντωνυμία εκφέρεται, και ενίοτε γράφεται, ως επιφώνημα), άρια O mio babbino caro (όχι bambino – παιδί· υποκοριστικό του babbo – μπαμπάς, που άλλωστε υπάρχει και στον τελευταίο επικλητικό στίχο : Babbo, pietà, pietà) από τον «Τζάννι Σκίκι» του Πουτσίνι. Ας αφήσουμε για άλλη φορά τι ακριβώς έχει συμβεί όχι μόνο με την άρια Un bel dì vedremo, αλλά και με τον ίδιο τον χαρακτήρα της Τσο-Τσο-Σαν (και όχι Τσίο-Τσίο-Σαν : στο λιμπρέττο, στα ιταλικά, αναγράφεται βέβαια ως Cio-Cio-San, όμως στο φερώνυμο λογοτεχνικό έργο, στα αγγλικά, ο Τζων Λούθερ Λονγκ την αναγράφει ως Cho-Cho-San, τα δε ιταλικά συμπλέγματα ci και gi πριν από φωνήεν προφέρονται 'τσ' παχύ και 'τζ' παχύ, χωρίς να ακούγεται 'ι', π.χ. ciao – τσάο και όχι τσιάο, cioccolata – τσοκολάτα και όχι τσιοκολάτα, ούτε βέβαια τσικουλάτα –Γιώργος Ξανθιώτης–, Giacomo – Τζάκομο και όχι Τζιάκομο, Gioconda – Τζοκόντα και όχι Τζιοκόντα, όλα τα ‘τσ’ και τα ‘τζ’ παχιά), από τη «Μαντάμα Μπατερφλάι» του (πάλι) Πουτσίνι.

    Μια – δυο πρόχειρες σκέψεις :

    Πριν την Κάλλας, τη δεκαετία του ΄50, η όπερα ήταν ένα μουσικό είδος μάλλον περιορισμένης, πλην Ιταλίας και εν μέρει Γερμανίας, απήχησης και οι θιασώτες της ίσως εθεωρούντο και λίγο σνομπ. Άριες και ντουέττι σε ρεσιτάλ μονωδών πάντα ακούγονταν, όμως ολόκληρες (και «βαριές») όπερες δεν παίζονταν συχνά και έβρισκαν ανταπόκριση σχεδόν αποκλειστικά στα ανώτερα κοινωνικά στρώματα. Με την μεσσιανική έλευσή της, όπερες που είχαν δεκαετίες να ανεβούν στη σκηνή αναβίωσαν και ρόλοι επαναπροσδιορίστηκαν. Η όπερα βρήκε τον προορισμό της, αυτόν της λαϊκής ψυχαγωγίας για τις πλατιές μάζες, είτε με κωμικό, είτε με λυρικό, είτε με δραματικό περιεχόμενο.

    Από τις σύγχρονες τής Κάλλας, ίσως η Σάδερλαντ και κυρίως η Τεμπάλντι (με την οποία υπήρχε και η σχετική, τροφοδοτούμενη και υποδαυλιζόμενη και από τα ενημερωτικά μέσα της εποχής, αντιπαλότητα) να ήσαν τεχνικά εφάμιλλες· όμως, δραματουργικά και εκφραστικά η Μαρία ήταν ασυναγώνιστη. Και αυτή η μαγνητική προσωπικότητα, αυτή η ακαταμάχητη γυναικεία γοητεία...

    Προσωπική εμπειρία :

    Έχω συλλάβει τον εαυτό μου να φέρεται σαν κοινός χούλιγκαν όταν άλλη, όχι μόνο προδήλως ακατάλληλη, αλλά και ανεπαισθήτως ανεπαρκής, άδει μία από τις «κλειδωμένες», που λέγαμε και παραπάνω, άριες. Μπορείτε να φανταστείτε τον, κατά τα άλλα ψύχραιμο και ευπρεπή, καλοπροαίρετο, να εκτοξεύει στις π.χ. Нетребко ή Gruberová (με οξεία στο τελευταίο γράμμα, όπως η γνωστή μας Borošová του ΣΟ Καβάλας· σλοβάκες γαρ αμφότερες) λεκτικούς μύδρους όπως «Άντε να κάνεις ντουέτο με τον Γονίδη στη Θέα, μωρή γαλότσα», στην δε (εξαιρετική και, εδώ που τα λέμε, και εμφανίσιμη και εκφραστική) Άντζελα Γκεοργκίου να χαρίζεται με επιεικείς φράσεις όπως «Για σολίστ στη χορωδία του προσκοπικού Τζάμπορι, καλή είσαι»; Και όμως!

    Το φαινόμενο είναι ευεξήγητο. Η La Divina το είχε αυτό το χαρακτηριστικό : ή τη λάτρευες φανατικά ή την αντιπαθούσες εξίσου φανατικά. (Φαίνεται αδιανόητο ότι υπήρχαν άνθρωποι που ανήκαν στο δεύτερο στρατόπεδο, όμως η Κάλλας πέταξε ένα βότσαλο στα λιμνάζοντα νερά του μελοδράματος –τι βότσαλο, ένα νταμάρι μενίρ, ντολμέν και κρόμλεχ εκσφενδόνισε–, και από την αρχαιότητα οι εισάγοντες καινά δαιμόνια δεν γίνονταν δεκτοί από τους συγχρόνους τους χωρίς καχυποψία.) Μπορώ άνετα να φανταστώ κυρίες της καλής κοινωνίας στη Ρώμη της δεκαετίας του ’50 και του ’60 να μαλλιοτραβιούνται σαν χαμίνια για το αν η Μαρία είναι καλύτερη από τη Ρενάτα ή το αντίθετο. Χρυσές δουλειές θα έκαναν οι Δρούζες και οι «Εσπρέσσο» αν υπήρχαν τότε. Κρόουλερ στην εκπομπή της Ράνιας Θρασκιά : «Σύζυγος μεγαλοβιομηχάνου χαστούκισε κόρη μαικήνα των τεχνών όταν η τελευταία μυκτήρισε διάσημη ντίβα της όπερας. Περισσότερα μετά το διαφημιστικό διάλειμμα». Πρωτοσέλιδος τίτλος στην «Traffic» : «Ταραχή στο γκαλά γνωστού σχεδιαστή. Ποια είπε την Τεμπάλντι voce d’ angelo και ποια voce d’ asino. Σπαρταριστοί διάλογοι και αποκλειστικό φωτορεπορτάζ στις εσωτερικές σελίδες». Λεζάντα φωτογραφίας σε εσωτερική σελίδα του «Σκάκι για όλους» : «Στιγμιότυπο από την εκλογοαπολογιστική συνέλευση της ΕΣΟ. Ο καλοπροαίρετος προσπαθεί, χειρονομώντας σε έντονο ύφος, να επιβάλει στον αδιάφορο για το θέμα Viva Cuba! την άποψή του ότι η Κίρι Τε Κάναουα δεν είναι άξια ούτε να δέσει τα κορδόνια του κορσέ της Κάλλας. Αριστερά διακρίνεται ο Αριστοτέλης να προσπαθεί να προλάβει τα χειρότερα συγκρατώντας από το μανίκι τον στα πρόθυρα νευρικής κρίσης καλοπροαίρετο, ενώ δεξιά, αμέτοχοι στο συμβάν, διακρίνονται ο 1+1=3 να κουνά με σημασία το κεφάλι και ο Schrödinger’s Cat να υπομειδιά καρτερικά κοιτάζοντας το ταβάνι».

    Φυσικά, δεν μπορεί κανείς να απαγορεύσει σε λυρικές τραγουδίστριες ή «τραγουδίστριες» (έχουν βγει κάμποσες τέτοιες τελευταία, κάτι δίμετρες σλάβες καλλονές που, σε σκηνικά αλά Mille luci και με συνοδεία χορευτικών αλά Τζένγκις Χαν, κινηματογραφούνται να εκτελούν –επιλογή σημασίας κατά βούληση– δημοφιλείς άριες) να άδουν το π.χ. (επίσης κλειδωμένο) L'altra notte in fondo al mare από τον «Μεφιστοφελή» του Μπόιτο, όπως δεν μπορεί κανείς να απαγορεύσει σήμερα στον Κωνσταντίνο Μαρκουλάκη να αναμετρηθεί με τον Γιούγκερμαν, ούτε αύριο στην Άννα Βίσση με το Memory (και όχι Memories) από το μιούζικαλ Cats, ή μεθαύριο στη Ζούνη και στον Παπακαλιάτη με τον Βροχοποιό (εδώ συνεργάστηκαν στις Ανθρώπινες φωνές του Κοκτώ, στον Ναςς θα ορρωδήσουν;). Απλώς, η σύγκριση με την La Divina και με τους Αλεξανδράκη, Στράισαντ, Λαμπέτη–Χορν (για να περιοριστούμε στο θέατρο και σε έλληνες ηθοποιούς· αν βάλουμε στο παιχνίδι και τους Μπαρτ Λάνγκαστερ-Κάθρην Χέπμπορν στην κινηματογραφική μεταφορά, μπλέξαμε χειρότερα) αντίστοιχα, είναι αναπόφευκτη –και μάλλον εμφανώς έως συντριπτικά σε βάρος τους…

    Ένα ωραίο κείμενο για την Κάλλας με τον τίτλο Sola, perduta, abbandonata (από την ομώνυμη άρια της «Μανόν Λεσκώ» του Πουτσίνι) υπάρχει στο (ανενεργό) ιστολόγιο του George Le Nonce (που γράφει πλέον σε άλλα ιστολόγια) : http://nonc.wordpress.com/2006/08/07/divina/ .

    Στο, με μορφή θεατρικού μονολόγου, διήγημα του Μένη Κουμανταρέα με τίτλο Θυμάμαι την Μαρία -αρχικά εκδόθηκε ως αυτόνομο ολιγοσέλιδο βιβλίο με εμβόλιμα σχέδια (Καστανιώτης 1994) και υπάρχει και στη συλλογή διηγημάτων «Η γυναίκα που πετάει» του ιδίου (Κέδρος 2006)-, αποτυπώνεται με ενάργεια η αφοσίωση και ο θαυμασμός ενός, τότε, νεαρού υπαλλήλου του ξενοδοχείου όπου κατέλυσε η Κάλλας στην επίσκεψή της στην Αθήνα το 1957. Αξιανάγνωστο.

    Ακροτελεύτια σκέψη : Η άρια Vissi d’ arte (vissi d’ amore) από την «Τόσκα» του Πουτσίνι είναι σαν να γράφτηκε γι΄αυτήν, ή τουλάχιστον την ερμηνεύει σαν να γράφτηκε γι΄αυτήν.

    Ευχαριστώ που κάνεις τη ζωή μου φωτεινότερη, Αγνή Θεά…

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. @elisabetta101 Thank you for taking the time to send us your comments!

    @καλοπροαίρετος Απόλαυσα το κείμενό σας γιατί (φυσικά)είμαι λογικά και συναισθηματικά σύμφωνος σχεδόν στο σύνολό του. Να συμπληρώσω μερικές σκόρπιες σκέψεις. Ξεκινώ από το τέλος:

    α) Είναι παράδοξο ότι η Κάλλας δεν αγαπούσε ιδιαίτερα την Τόσκα ως έργο παρόλο που της πρόσφερε από τις μεγαλύτερες στιγμές της καριέρας της. Σε συνέντευξή της στο BBC το 1965 που υπάρχει ηχογραφημένη και μπορείτε να βρείτε σε προγράμματα τύπου emule (αξίζει ο κόπος!) είχε πει πως η ίδια δεν θα διάλεγε ποτέ να ανεβάσει Πουτσίνι (ίσως γιατί ο Πουτσίνι δεν ταιριάζει στο ρεπερτόριο μπελκάντο που ήταν το απόλυτο φόρτε της) και πως η άρια Vissi d’ arte διακόπτει όλη τη δραματική ροή της δεύτερης πράξης της Τόσκα.

    β) Πράγματι πριν την Κάλλας η όπερα ήταν είδος περιορισμένης απήχησης (πλην Ιταλίας φυσικά και εν μέρει Γερμανίας και -να συμπληρώσω- Γαλλίας) όμως εκεί που στις άλλες χώρες όσοι την αγαπούσαν εθεωρούντο σνομπ και κομμάτι κοσμικοί, στην Ιταλία ήταν -κατά βάση- λαϊκό θέαμα. Και κατά κάποιο τρόπο παραμένει. Ο Βέρντι με τις δεκάδες όπερές του είναι ένας κατ' εξοχήν λαϊκός συνθέτης (παρόλές τις σκοτεινές και περίπλοκες υποθέσεις που συναντάμε σε ένα σωρό έργα του)και έχει παραμείνει στη λαϊκή μυθολογία με τους πολιτικούς αγώνες του για την ένωση της Ιταλίας. Ακόμη και τώρα ο συνειρμός VERDI = Vittorio Emanuele Re De Italia επιζεί στον κόσμο..Και το είδος αντιμετωπιζόταν πάντα με επιφύλαξη ακόμη και με εχθρότητα από την παπική εξουσία. Σχετική θαυμάσια αναφορά είναι ο δίσκος της Cecilia Bartoli "Opera Proibita" (2005)(Απαγορευμένη Όπερα).

    γ) Καμιά φορά σκέφτομαι ότι ανάμεσα στις χιλιάδες όπερες, υπάρχουν 4-5 που παίζουν τον ρόλο του τεστ. Τις γράφεις σε cd σε φίλους σου και σε φίλες σου και περιμένεις τις αντιδράσεις τους. Αν κάποιος, για παράδειγμα, ακούσει την La Boheme (ειδικά στην ηχογράφηση με Victoria de los Angeles ως Μιμή και Jussi Bjoerling ως Ροντόλφο) και ούτε διακρίνει το συνδυασμό κωμικού και δραματικού και την ελαφρότητα και φρεσκάδα του έργου τότε δεν θα αγαπήσει ποτέ την Όπερα. Ανάλογα για την Traviata του Βέρντι, για τον Κουρέα της Σεβίλλης του Ροσσίνι και φυσικά για την Κάρμεν του Μπιζέ. Πιστεύω πως υπάρχουν μερικές όπερες, όπως οι παραπάνω, που κατακτούν και τον πιο δύσπιστο ή επιφυλακτικό για την όπερα ακροατή.

    δ) Η διαμάχη Μαρία Κάλλας - Ρενάτα Τεμπάλντι φυσικά τροφοδοτήθηκε από τα έντυπα της εποχής. Μου έκανε όμως καλή εντύπωση ότι η Τεμπάλντι, είχε αποφύγει βέβαια τους επαίνους για την Κάλλας, αλλά ουδέποτε μίλησε σκληρά δημοσίως για την τέχνη της αντιπάλου της, όσο ξέρω. Η Τεμπάλντι που βρισκόταν εν ζωή το 2004, σε βαθύ γήρας, μίλησε τότε σε εκπομπή της RAI και για την Κάλλας και δεν δίστασε να πει ότι ήταν κάτι το μοναδικό...

    δ)Η τέχνη της Κάλλας δεν είναι μόνο ηχητική, είναι και οπτική, εκθαμβωτικά οπτική. Το καλοκαίρι που μας πέρασε πέθανε σε ηλικία 85 ετών στην Αθήνα ο βαθύφωνος Νίκος Ζαχαρίου (είχε κάνει καριέρα στη Σκάλα και στις μεγαλύτερες όπερες και τα λυρικά φεστιβάλ του κόσμου με το εξιταλισμένο όνομα Nicola Zaccaria), παρτενέρ και φίλος της Μαρίας Κάλλας. Χτυπήθηκε από το Αλτσχάιμερ, πριν 10 χρόνια όμως σε συνέντευξή του στο ΒΗΜΑ έλεγε χαρακτηριστικά για την ύπαρξη ελάχιστων οπτικών ντοκουμέντων από τις μεγάλες παραστάσεις της Κάλλας:
    «Το πέρασμα της Μαρίας Κάλλας από την τέχνη του 20ού αιώνα άφησε πίσω του πολλά ηχητικά ντοκουμέντα, ελάχιστα όμως οπτικά. Σκέφτομαι πως είναι κρίμα σήμερα όπου η εικόνα εισβάλλει σε όλα τα σπίτια με την τηλεόραση και τα βίντεο να μην υπάρχουν κινηματογραφημένες οι μεγάλες παραστάσεις της», «Γιατί αν τις βλέπατε θα καταλαβαίνατε ακόμη περισσότερο πως όλα όσα λέμε για τη Μαρία όλοι εμείς, που είχαμε την ευτυχία να συνεργαστούμε μαζί της και να τη γνωρίσουμε, δεν είναι σε καμιά περίπτωση υπερβολές αλλά η αλήθεια και μόνο η αλήθεια.»
    Ολόκληρο το κείμενο στο http://tovima.dolnet.gr/print_article.php?e=B&f=12410&m=B06&aa=1

    ε) Highly recommended: Το βιβλίο του Βασίλη Νικολαϊδη - «Μαρία Κάλλας, οι μεταμορφώσεις μιας τέχνης» (Ελληνικά Γράμματα, 2007). Ο συγγραφέας παρουσιάζει τη ζωή της Κάλλας μέσα από τις παραστάσεις της με αγάπη και συνέπεια, φροντίζοντας όμως να μην την αγιογραφεί ούτε ως προσωπικότητα, ούτε ως καλλιτέχνιδα (παράδειγμα οι συνεχείς αναφορές του στα φωνητικά προβλήματα που παρουσιάζονται στο τέλος της δεκαετίας του '50).

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Ανώνυμος4/12/07

    Σχετικά με την οπτική τέχνη της Κάλλας :

    Από το οπτικό υλικό με ρεσιτάλ με άριες και αποσπάσματα παραστάσεων της La Divina διαθέτω τα DVD The Eternal Maria Callas, Maria Callas at Covent Garden 1962 and 1964, La Callas Toujours και Maria Callas in Concert (Hamburg 1959 and 1962) (όλα της ΕΜΙ). Μού περισσεύουν. Τα βλέπω σπάνια και συνήθως μόνο για λίγο. Προτιμώ σκέτο ήχο. Η ακουστική εμπειρία είναι ήδη νεφοστρόβιλος· ήχος και εικόνα μαζί είναι προελαύνον δρεπανηφόρο άρμα, και στην ηλικία μου συνιστάται η αποφυγή έντονων συγκινήσεων.

    Μονάκριβη, απαράμιλλη Μαρία…

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Ανώνυμος21/12/07

    Η Μαρία Κάλλας ήταν πραγματική θεά, όσες προσπάθησαν να τη μιμηθούν είναι, απλά, αποτυχημένες απομιμήσεις...

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.