
20 χρονών, το 1963, συμμετείχε ακόμη μία φορά στο αμερικανικό πρωτάθλημα (καθιστός στη φωτογραφία). Ήδη τότε, τον αντιμετώπιζαν με δέος, ως μία από τις ανερχόμενες ιδιοφυΐες της σκακιέρας.
(από τη εξαιρετική δημοσίευση του Κοσμά Κέφαλου για τον Φίσερ, στον «Ταχυδρόμο», ένθετο περιοδικό της εφημερίδας «Τα Νέα», σελ. 56-59, 26 Ιανουαρίου 2007.
Ανεβάσαμε στο skakistiko.blogspot.com ολόκληρη τη δημοσίευση σε μορφή pdf http://chessblogger.googlepages.com/taxydromos.pdf)
*****
Μπόμπι Φίσερ - Ο πεσμένος πύργος («Ταχυδρόμος», 26 Ιανουαρίου 2007)
Του Κοσμά Κέφαλου
Παιδί χωρισμένων γονιών, ο Μπόμπι Φίσερ , ο 11ος παγκόσμιος πρωταθλητής της ιστορίας του σκακιού, θεωρήθηκε από πολλούς ο μεγαλύτερος παίκτης όλων των εποχών. Ο ίδιος έλεγε ότι μεγάλωσε ανάμεσα σε λύκους.
Ωστόσο, στην πολυκύμαντη ζωή του προκάλεσε τον παγκόσμιο θαυμασμό με τα εξαιρετικά του αποτελέσματα, έγινε ο εθνικός ήρωας των Αμερικανών κατά την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου, αλλά και στόχος της KGB, ένιωσε στο πετσί του τη βαναυσότητα της αστυνομίας των ΗΠΑ, κυνηγήθηκε ανηλεώς από την κυβέρνηση της πατρίδας του, έζησε τα τελευταία 20 χρόνια στην Ουγγαρία και στις Φιλιππίνες, συνελήφθη στο αεροδρόμιο Ναρίτα της Ιαπωνίας και κινδύνεψε να εκδοθεί, για να του προσφερθεί στη συνέχεια πολιτικό άσυλο από την γενναιόδωρη κυβέρνηση της Ισλανδίας.
Αντικομουνιστής, δήλωνε ότι δεν θα ψήφιζε ποτέ τον Κένεντυ επειδή ήταν άκομψος και έβαζε τα χέρια στις τσέπες του σακακιού του, θριαμβολόγησε όταν κατέκτησε τον παγκόσμιο στέμμα, ισχυριζόμενος ότι νίκησε, όχι τον Σπάσκι, αλλά τους Ρώσους, απέρριψε με περιφρόνηση την εντολή των ΗΠΑ να μην αγωνιστεί το 1992 στην Γιουγκοσλαβία -σπάζοντας το εμπάργκο- και σχολίασε χαιρέκακα την πτώση των Δίδυμων Πύργων.
Καρπός εφήμερης σχέσης Γερμανού με Εβραία, διαπνεόταν από αντισημιτικό μένος. Μέτριος μαθητής, δεν αγάπησε ποτέ το σχολείο και μιλούσε πάντοτε απαξιωτικά για το εκπαιδευτικό σύστημα και ειδικότερα για τις «ηλίθιες δασκάλες». Συμμαθητής με την Μπάρμπαρα Στρέιζαντ, στο πρότυπο γυμνάσιο Έρασμος του Μπρούκλιν, εγκαταλείπει οριστικά τα θρανία στα 16 του για να ασχοληθεί μόνο με τη σκακιέρα. Μισογύνης, επειδή δεν θεωρούσε τις γυναίκες ικανές να παίζουν σκάκι, γνώρισε στις πιο δύσκολες στιγμές της ζωής του τη στοργή από την Γιαπωνέζα σκακίστρια και μετέπειτα σύζυγό του Μιγιόκο Βατάι.
Οι επιτυχίες διαδέχονται η μία την άλλη. Θα πρωτεύσει σε δεκάδες τουρνουά και θα ανακηρυχθεί 8 φορές πρωταθλητής ΗΠΑ, παίζοντας εξαιρετικές παρτίδες. Σε μία συνάντηση με τον Ρόμπερτ Μπιρν θα θυσιάσει μόλις στην 18η κίνηση έναν ίππο, αφήνοντας τους πάντες αποσβολωμένους. Ο αντίπαλός του θα πει: «Ο τελικός συνδυασμός του Φίσερ ήταν τόσο μεγαλοφυής που ακριβώς τη στιγμή που εγκατέλειπα, οι δύο γκραν μετρ που σχολίαζαν την παρτίδα για το κοινό σε μια άλλη αίθουσα, βεβαίωναν πως είχα κερδισμένη θέση!».
Τον Ιούλιο του 1972 , οι δύο υπερδυνάμεις, οι ΗΠΑ και η Σοβιετική Ένωση, εκτός από τον φρενήρη ανταγωνισμό που συντηρούσαν για το καταστρεπτικότερο οπλοστάσιο, αναζητούσαν κι άλλα σημεία αναμέτρησης. Ο Ψυχρός Πόλεμος είχε βρει τους συμβολικούς μονομάχους του: Δύο σκακιστές!
Η Σοβιετική Ένωση, με απόλυτη κυριαρχία στο σκάκι κατά την μεταπολεμική περίοδο, είχε για εκπρόσωπο της τον 35χρονο παγκόσμιο πρωταθλητή Μπόρις Σπάσκι, έναν άνθρωπο που ακτινοβολούσε αναρχική ιδεολογική αδιαφορία, τον πιο αντισοβιετικό των σοβιετικών πρωταθλητών.
Οι ΗΠΑ, που έβλεπαν πάντα την πλάτη των σοβιετικών ομάδων σε Ολυμπιάδες και άλλες μεγάλες διοργανώσεις, έστελναν τον 29χρονο Μπόμπι Φίσερ, έναν σκακιστή που βρισκόταν στην κορυφή των πινάκων διεθνούς αξιολόγησης, τα αποτελέσματά του, τα δύο τελευταία χρόνια φάνταζαν εξωπραγματικά και το μόνο που του έλειπε ήταν ο τίτλος του παγκόσμιου πρωταθλητή.
Ο αγώνας είχε προγραμματιστεί να αρχίσει την 1η Ιουλίου στο Ρέικιαβικ, αλλά ο Φίσερ δεν είχε ακόμα εμφανιστεί. Συνεπής στην ασυνέπειά του, προκαλούσε ολοένα και μεγαλύτερη ένταση σε μία ήδη τεταμένη ατμόσφαιρα.
Η ένταση, ο εκνευρισμός και τα ξεσπάσματα οργής (σημαίνων παράγων της Ισλανδίας είχε πει ότι θα έπρεπε να εκτελεστούν όλοι όσοι αποφάσισαν να γίνει το ματς στο Ρέικιαβικ) δεν παρέπεμπαν σε καμιά περίπτωση σε ένα ειρηνικό πνευματικό άθλημα.
Οι Τάιμς της Νέας Υόρκης είχαν γράψει ότι επικρατούσε η εντύπωση πως αντίπαλοι στη σκακιέρα θα ήταν ο Νίξον με τον Μπρέζνιεφ!
Θα έπρεπε, λοιπόν, να πάρει την κατάσταση στα χέρια του ο κατ΄ εξοχήν ειδήμων των διαπραγματεύσεων, ο Χένρι Κίσινγκερ. Ο Φίσερ αγνόησε επιδεικτικά τις προτροπές του υπουργού εξωτερικών και ενέδωσε μόνο σε ένα λακωνικό μήνυμα του Βρετανού επιχειρηματία Τζιμ Σλέιτερ, «έλα φοβητσιάρη», συνοδευόμενο από διπλασιασμό του χρηματικού επάθλου.
Το 1962 Ο Φίσερ είχε αγωνιστεί στα προκριματικά του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος, στο Κουρασάο, και κατήγγειλε τους Σοβιετικούς για προσυνεννοημένα αποτελέσματα. Για πολλά χρόνια αρνιόταν να αγωνιστεί σε διοργανώσεις της Διεθνούς Σκακιστικής Ομοσπονδίας (FIDE), ακόμα και σε τουρνουά εκτός της αμερικανικής επικράτειας. Όταν έφθασε στον τελικό διατυμπάνιζε ότι αντίπαλός του δεν ήταν ο Σπάσκι, αλλά οι Ρώσοι!
Το Συμβούλιο Αθλητισμού της ΕΣΣΔ παρακολουθούσε με ενδιαφέρον την εξέλιξη του Αμερικανού και άρχισε να θορυβείται όταν διαπίστωσε ότι πρόκειται για πραγματική απειλή.
Τον Ιούνιο του 1971 ο Φίσερ αντιμετωπίζει στα ματς των διεκδικητών τον Σοβιετικό γκραν μετρ και πιανίστα κλασικής μουσικής Ταϊμάνοφ. Το αποτέλεσμα είναι ένα συντριπτικό 6-0 υπέρ του Αμερικανού. Στη Μόσχα σημαίνει συναγερμός!
«Το σκάκι είναι δείκτης εθνικής κουλτούρας και στοιχείο κύρους του κράτους», έγραψαν οι επαΐοντες και ανέθεσαν σε ομάδα ισχυρών σκακιστών και προπονητών να ερμηνεύσουν το φαινόμενο Φίσερ και να αναλύσουν περί τις 500 παρτίδες του, των 15 τελευταίων ετών.
Ο Ταϊμάνοφ, αμέσως μετά το ματς, θα πει: «τώρα μου μένει μόνο η μουσική»!
Στο επόμενο ματς ο Φίσερ συντρίβει με επίσης 6-0 τον Δανό Μεντ Λάρσεν, έναν υπεραισιόδοξο άνθρωπο, ο οποίος δήλωνε πριν από τη συνάντηση ότι θα είναι ο επόμενος παγκόσμιος πρωταθλητής.

(από τη δημοσίευση του «Ταχυδρόμου»)
Επόμενος αντίπαλος ο Τίγκραν Πετροσιάν, αλλά οι Σοβιετικοί αρχίζουν να προετοιμάζουν –μυστικά- τον Σπάσκι για την αναμέτρηση με τον Φίσερ. Τα ντοκουμέντα της εποχής δείχνουν ότι θεωρούσαν τον κατά 14 χρόνια γηραιότερο Πετροσιάν (42 ετών ήταν ο άνθρωπος, ηλικία αρκετά καλή για σκάκι), εύκολη λεία για τον Αμερικανό.
Όντως, ύστερα από ένα ικανοποιητικό ξεκίνημα (από μία νίκη στους 2 πρώτους γύρους), ο Πετροσιάν υπέστη βαριά ήττα με 2,5-6,5. Ο Φίσερ ήταν ο πρώτος μη Σοβιετικός τα τελευταία 24 χρόνια που θα διεκδικούσε τον τίτλο του παγκόσμιου πρωταθλητή.
Οι Αμερικανοί παραληρούσαν. Ο Φίσερ ήταν ο εθνικός τους ήρωας!
Και ο Σπάσκι;
Εδώ η κατάσταση περιγράφεται τραγελαφική. Ο παγκόσμιος πρωταθλητής δίνει μεγάλη σημασία στην φυσική του κατάσταση παίζοντας ασταμάτητα τένις, αλλά όχι σκάκι!
Ο μετέπειτα παγκόσμιος πρωταθλητής Ανατόλι Κάρποφ θα χαρακτηρίσει τον Σπάσκι παθολογικό τεμπέλη: «Μετά το πρωινό σχολίαζε μύθους της Αρχαίας Ελλάδας, τους οποίους είχε διαβάσει λίγο πριν κοιμηθεί. Ύστερα έπαιζε τένις. Έβρισκε χρόνο για οτιδήποτε, εκτός από το σκάκι».
Στο ίδιο μήκος κύματος και οι απόψεις άλλων μεγάλων σκακιστών πριν, κατά την διάρκεια, αλλά και μετά το ματς.
Στις 11 Ιουλίου του 1972 και αφού είχε προηγηθεί ένα τρομερό παρασκήνιο και είχαν ικανοποιηθεί σχεδόν όλες οι απαιτήσεις του Φίσερ άρχισε στο Ρέικιαβικ το ιστορικό ματς.
Δημοσιογράφοι και οπερατέρ από όλο τον κόσμο ήταν παρόντες, αλλά ο υπέρμετρος ζήλος τους ενόχλησε τον Φίσερ και απαίτησε την απομάκρυνσή τους από τον αγωνιστικό χώρο (κάτι που έγινε δεκτό, αλλά επέσυρε μήνυση εκ μέρους της 20th Century Fox).
Παράλληλα δρούσε και το παρασκήνιο.
Σύμφωνα με περιγραφή ενός αξιωματούχου της KGB, του Γκεόργκι Σανίκοφ, οι Σοβιετικοί τον έστειλαν στην πρωτεύουσα της Ισλανδίας για να θωρακίσει από κατασκοπευτικές παρεμβάσεις την οικία του Σπάσκι.
Ήδη, η ομάδα που προετοίμαζε τον παγκόσμιο πρωταθλητή είχε ενδείξεις ότι οι Αμερικανοί γνώριζαν τις αναλύσεις και τα σχέδιά τους. Μετά τη θωράκιση, λέγεται ότι ο Φίσερ έδειχνε νευρικός.
Κάθε κατασκοπευτικό θρίλερ έχει στο σενάριο και μία γυναίκα. Οι αμερικανοί, πάντα κατά τον Σανίκοφ, έφεραν μυστικά στην αμερικανική βάση μία ακριβή και πανέμορφη πόρνη, για να χαλαρώσει ο Φίσερ από το στρες, μια και στο Ρέικιαβικ δεν υπάρχει πορνεία. Πάντως, συμπληρώνει ο ίδιος, αινιγματικά, δεν ήταν αναγκαία για τον Φίσερ.
Η KGB, έτη φωτός μπροστά, σε ζητήματα ηθικής, επιστρατεύει την σύζυγο του Σπάσκι Λαρίσα, η οποία είχε μείνει στη Μόσχα για να γεννήσει τον γιο τους.
Ωστόσο η μάχη είχε κριθεί. Ο Φίσερ κερδίζει τον Σπάσκι με 12,5-8,5 και στέφεται παγκόσμιος πρωταθλητής.
Ο Φίσερ υπήρξε πάντα απρόβλεπτος. Μετά τον θρίαμβο οι φίλοι του σκακιού πίστεψαν ότι ανέτειλε η «εποχή Φίσερ». Διαψεύστηκαν οικτρά. Ο παγκόσμιος πρωταθλητής ουσιαστικά εγκατέλειψε το σκάκι!
Ο μετρ Λουκάς Ζαχείλας, ο οποίος ως διευθυντής σκακιστικού περιοδικού, παλαιότερα, είχε ασχοληθεί με τα «φαινόμενο Φίσερ», μας λέει για τις συνέπειες του ματς Φίσερ –Σπάσκι, αλλά και για τα χρόνια που ακολούθησαν: «Η μοίρα του ήρωα και νικητή αυτού του πολέμου ήταν ιδιαίτερα σκληρή και παράξενη. Ίσως η πιο παράδοξη μακροχρόνια συνέπεια του αγώνα να ήταν ακριβώς αυτή: ότι προκάλεσε στον Φίσερ ασύγκριτα μεγαλύτερο κακό από ό,τι στον Σπάσκι. Είναι αλήθεια ότι σήμανε το τέλος της καριέρας του Σπάσκι ως σκακιστή της υψηλότερης κλάσης - δεν τον κατέστρεψε όμως ως άνθρωπο. Ο Φίσερ, από την άλλη πλευρά, που είχε περάσει ολόκληρη τη ζωή του κινούμενος επικίνδυνα κοντά σε έναν ψυχολογικό γκρεμό, πραγματοποίησε τελικά το μοιραίο βήμα. Ενεπλάκη σε μια φονταμενταλιστική χριστιανική αίρεση και μετατράπηκε σε ακραίο αντισημίτη και αντιαμερικανό.
Το φτωχόπαιδο από το Μπρούκλιν πετυχαίνοντας το μοναδικό στόχο που είχε στη ζωή του κατέστρεψε στην πραγματικότητα τον λόγο της ύπαρξής του. Χάνοντας το στόχο έχασε την επαφή που είχε με τον κόσμο και τη λογική. Μη έχοντας τίποτε άλλο να αποδείξει, ο φόβος της ήττας επεκράτησε πάνω στη δίψα του και το πάθος του για το σκάκι. Το Ρέικιαβικ ήταν ο τόπος της μητέρας όλων των μαχών του ιδιότυπου πολέμου του. Ενός πολέμου που δεν έλεγε ποτέ να τελειώσει». Και μας θυμίζει τη ρήση του Μπιλ Χάρτσον, ενός διεθνώς αναγνωρισμένου σκακιστή και ψυχολόγου: «Το σκάκι δεν είναι κάτι που οδηγεί τους ανθρώπους στην παραφροσύνη. Είναι κάτι που κρατά τους παράφρονες διανοητικά υγιείς!».
Ο Φίσερ έζησε τα τελευταία χρόνια της ζωής του στο Ρέικιαβικ -στην πόλη που γνώρισε τον μεγαλύτερο θρίαμβο της ζωής του-, μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας. Ένας βιβλιοπώλης, με τον οποίο είχαν γίνει φίλοι, τον περιγράφει ως έναν πρόωρα γερασμένο άνθρωπο, επιφυλακτικό και κάπως φοβισμένο, εύθραυστο και οπωσδήποτε καταδεκτικό. Ο σκληρός διαπραγματευτής που έθετε υπερβολικούς, ορισμένες φορές, όρους για να συμμετάσχει σε μία διοργάνωση δεν αρνήθηκε μια παρτίδα, όταν ένας μικρός μετανάστης από την Κροατία του πρότεινε να παίξουν σε σκακιέρα τσέπης. Αυτή ήταν μάλλον η τελευταία παρτίδα του μεγάλου σκακιστή, ο οποίος, δίνοντας το στίγμα της ύπαρξής του είχε κάποτε δηλώσει: «Μ΄ αρέσει να κάνω αυτό που θέλω και όχι αυτό που περιμένουν οι άλλοι. Νομίζω πως αυτό θα πει ζωή!».