Πέμπτη 19 Μαρτίου 2009

Νιζίνσκι

Πάρα πολλές οι σκακιστικές αναρτήσεις τις τελευταίες εβδομάδες, η σκακιστική επικαιρότητα ήταν άφθονη. Θα δείξετε -ελπίζω- κατανόηση για ένα ακόμη σύντομο ιντερμέτζο, για να ξεφύγουν λίγο οι σελίδες από τη μονοτονία των αποτελεσμάτων του Πανευρωπαϊκού Πρωταθλήματος, από τα διαγράμματα, από τους βαθμούς έλο.

Έπιασα απόψε πάλι στα χέρια μου την ελληνική μετάφραση του Ημερολογίου του Νιζίνσκι, τη μοναδική σωζόμενη γραπτή μαρτυρία του ιδιοφυούς χορευτή, πριν την επερχόμενη ψύχωση. Η σύνταξή του ημερολογίου ξεκίνησε κατόπιν προτροπής του δόκτορα Φρένκελ που ήθελε να τον ψυχαναλύσει. Το εγχείρημα διήρκεσε από τις 19 Ιανουαρίου ως τις 4 Μαρτίου 1919. Ο Βασλάβ Νιζίνσκι γράφει για τις αναμνήσεις του, για τους φίλους του και τους συγγενείς του (η φυσιογνωμία του Ντιάγκιλεφ σκιαγραφείται ανεπανάληπτα), για τις παραισθήσεις του. Η ανάγνωση αυτού του ντοκουμέντου γίνεται, όσο προχωρεί, όλο και πιο ταραγμένη: η τρέλα του συγγραφέα διαγράφεται με σαφήνεια μοναδική. Γιατί, αυτός ο μεγάλος καλλιτέχνης των αρχών του 20ού αιώνα που άφηνε εκστατικούς τους συγχρόνους του, έζησε, άμεσως μετά, 30 χρόνια στη σιωπή, χτυπημένος από την τρέλα.


Mέσα στην ακινησία τους οι φωτογραφίες του Νιζίνσκι που έχουν διασωθεί έχουν περισσότερη ζωντάνια απ' ό,τι οι χοροί που βλέπουμε σήμερα στη σκηνή. Υπάρχουν για να μας θυμίζουν τι μπορεί να είναι ο χορός, δημιουργούν το μέτρο για το τι μπορεί να προσδοκά ο θεατής και να επιδιώκει ο χορευτής (Έντουιν Ντένμπι, «Σημειώσεις για τις φωτογραφίες του Νιζίνσκι»)

Γεννήθηκε στο Κίεβο το 1890. Εννιά χρονών, οδηγήθηκε από τη μητέρα του, χορεύτρια επίσης, στην Πετρούπολη, και εισήλθε στην ονομαστή σχολή του Αυτοκρατορικού Μπαλέτου, όπου πολύ νωρίς έδειξε δείγματα του εξαιρετικού του ταλέντου. Το 1907, πριν ακόμη ολοκληρώσει τις σπουδές του, έκανε την πρώτη εμφάνιση ως χορευτής. Ο Ντιάγκιλεφ τον προσέλαβε επικεφαλής του νέου μπαλέτου το οποίο οργάνωσε και ο Νιζίνσκι αποθεωνόταν στο Παρίσι, σε άλλες πόλεις της Ευρώπης, στη Νότια Αμερική, όπου κι αν περιόδευε.

Σε μια από τις περιοδείες του γνώρισε την Ουγγαρέζα χορεύτρια Ρομόλα ντε Πούλσκι, την οποία παντρεύτηκε. Ο γάμος αυτός, έγινε η αιτία να απολυθεί από το συγκρότημα Ντιάγκιλεφ. Έγραφε τότε, στον πρώην εραστή του: «Σεργκέι Ντιάγκιλεφ, δεν σε φοβάμαι. Ξέρω ότι με σιχαίνεσαι. Σ' αγαπώ όπως αγαπά κανείς ένα ανθρώπινο πλάσμα. Δεν θέλω να δουλέψω μαζί σου. Θέλω να σου πω ένα πράγμα. Δουλεύω πολύ. Δεν είμαι ο θάνατος. Ζω. Ο Θεός ζει σε μένα. Ζω στον Θεό. Δουλεύω πολύ τον χορό. Ο χορός μου προοδεύει».

Κατά τον Α' παγκόσμιο πόλεμο θεωρήθηκε ύποπτος και κρατήθηκε επί διετία αιχμάλωτος στη Βουδαπέστη και τη Βιέννη. Απολύθηκε το 1916, με τη ρητή διαβεβαίωση πως θα εγκατέλειπε αμέσως και για μεγάλο διάστημα την Ευρώπη.


Παρουσιάστηκε καθώς κοίταζα στο τζάκι μου τ' αναμμένα κάρβουνα. Κρατούσε στα χέρια ένα μεγάλο κουτί κόκκινα σπίρτα. Μου το 'δειξε σαν τους ταχυδακτυλουργούς που βγάζουν από τη μύτη του διπλανού μας ένα αυγό. Τράβηξε ένα σπίρτο, έβαλε φωτιά στο κουτί, χάθηκε πίσω από μια πελώρια φλόγα, κι ύστερα στάθηκε μπροστά μου. Θυμάμαι το βυσσινί του χαμόγελο και τα γυαλένια του μάτια. Ένα οργανέτο στο δρόμο χτυπούσε ολοένα την ίδια νότα. Δεν ξέρω να πω τι φορούσε. Σιγά-σιγά τα χέρια του άρχισαν να ξεχωρίζουν από το τεντωμένο του κορμί σε σταυρό. Από που μαζεύτηκαν τόσα πουλιά; Θα 'λεγες πως τα είχε κρυμμένα κάτω από τις φτερούγες του.
(Γιώργος Σεφέρης, Τετράδιο Γυμνασμάτων Α', Νιζίνσκι)


Αναχώρησε για τις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου γνώρισε τον θρίαμβο, με τον «Πέτρουσκα», με το «Φάσμα του Ρόδου». Το όνομά του έγινε πασίγνωστο. Θεωρήθηκε ο μεγαλύτερος χορευτής που είχε περάσει από τη σκηνή. Η υπερβατική παρουσία του στη σκηνή θα εμπνεύσει διαφορετικούς καλλιτέχνες : Ροντέν, Σαγκάλ, Κοκόσκα, Μοντιλιάνι, Κοκτό, Μαλαρμέ, Βαλερί, Γέιτς, Ελιοτ, Σεφέρης. Η τελευταία του παράσταση δόθηκε στο Μοντεβιδέο το 1917, γιατί αμέσως μετά του εκδηλώθηκαν συμπτώματα σχιζοφρένειας, ώστε να εγκλεισθεί το 1919 σε ψυχιατρική κλινική στην Ελβετία. Τότε ακούστηκε να επαναλαμβάνει τα τελευταία λόγια του Βαν Γκογκ: la tristesse durera toujours (η θλίψη θα διαρκέσει για πάντα). Έζησε άλλα 31 χρόνια σε ιδρύματα της κεντρικής Ευρώπης.

Όταν το 1945 οι Ρώσοι έμπαιναν στη Βιέννη, ο Νιζίνσκι, γέρος και καταβεβλημένος πια, πάντα σιωπηλός, βρισκόταν εκεί. Σε ένα περίπατό του έφτασε στους ρωσικούς καταυλισμούς, όπου άκουσε ήχους μπαλαλάικας. Και ξαφνικά, σαν να είχε ανακτήσει όλες του τις μυικές δυνάμεις, άρχισε να χορεύει μπροστά στους έκπληκτους στρατιώτες, όπως μόνο αυτός ήξερε να χορεύει. Αλλά αυτή ήταν η τελευταία φορά που ο Νιζίνσκι παραδόθηκε με το υπόλειμμα των δυνάμεών του στη μέθη της κίνησης. Πέθανε το 1950.

Βιογραφικές πηγές: Το Ημερολόγιο του Νιζίνσκι (εκδόσεις Νεφέλη), Εγκυκλοπαίδεια Ηλίου, wikipedia.

4 σχόλια:

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΟΝΙΔΑΡΗΣ είπε...

Υποκλίνομαι...

Ανώνυμος είπε...

Και περισσότερα ιντερμέτζο να βάζεις, δεν μας χαλάει καθόλου.

highaftos είπε...

Αγαπητέ @"S.CAT"

Καλώς ελπίζεται στην .."κατανόησή μας",γιατί την ..έχεται...
Οπως και μεις ελπίζουμε,-εγω τουλάχιστον- και σ'αλλα .."ιντερμέτζο",που ας ειναι σύντομα,αλλα δεν θ'άβλαπτε ..καθόλου,να ειναι πιο συχνά!...
Εξ'αλλου,την απαραίτητη ισοροπία,μάλλον την έχεται βρεί,προς ..τέρψιν μας.

Δανάη είπε...

Τι ωραία ανάρτηση...