Συνεργασία του «καλοπροαίρετου»
Από καιρό ήθελα να αποτίσω τον δικό μου φόρο τιμής στην αμερικανίδα τραγουδίστρια της κάντρυ Patsy Cline. Αφορμή παίρνω από το τραγούδι της Sweet dreams, μια χαμηλότονη μπαλλάντα του 1963 και το μοναδικό της τραγούδι που, εξαιτίας της προσθήκης βιολιών στην εντούτοις διακριτική ενορχήστρωση, ακούγεται λιγότερο κάντρυ και περισσότερο ποπ.
Η κάντρυ, ένα μουσικό είδος μικρής προβολής και δημοφιλίας στην Ελλάδα, παραπέμπει στο στερεότυπο: άντρες και γυναίκες ντυμένοι όπως στις ταινίες γουέστερν στο πιο πολύχρωμο, με πλατύγυρο επί 24ώρου βάσεως, μυτερές μπότες και κρόσσια, που περπατούν κορδωμένοι, στέκονται με τα πόδια ανοιχτά και τα χέρια στη μέση, οδηγούν λασπωμένα φορτηγάκια Dodge και μιλάνε μεγαλόφωνα, με συρτή μάγκικη προφορά και με πολλές χειρονομίες και μορφασμούς. Επιπλέον, η κάντρυ θεωρείται μάλλον τοπικό φολκλόρ περιορισμένου μουσικού ενδιαφέροντος, και κάτι όχι πολύ διαφορετικό από τους διάφορους λατινοαμερικάνους Λος Τάδε που, ντυμένοι πόντσο και παναμάδες, τραγουδούν τριφωνικές καντάδες στη Ροσίτα ή στο γουανάκο τους, ή τους εντόπιους που, ντυμένοι τσέλιγκες του 1900, με γκλίτσες, τσαρούχια, καλπάκια και όλα τα κομφόρ, κλαυθμηρίζουν, συνοδεία θρηνητικού κλαρίνου, για αντίστοιχα βουκολικά θέματα.
Ως έναν βαθμό, αυτά ισχύουν. Μολαταύτα, η κάντρυ κρύβει μερικούς σημαντικούς (και παραγνωρισμένους) ερμηνευτές.
Στους τραγουδιστές, οι οπαδοί του Johnny Cash και του Jim Reeves είναι μοιρασμένοι∙ στις τραγουδίστριες, παρά την ύπαρξη της Loretta Lynn και της Skeeter Davis, υπάρχει μάλλον ομοφωνία στην Patsy Cline.
Πρωτοέμαθα για την Patsy από την ταινία του Karel Reisz Sweet dreams (1985).
(πηγή εικόνας)
Σε αυτό το βίντεο από την ταινία, η Jessica Lange (υποψήφιες για τον ρόλο ήσαν, μεταξύ άλλων, η Linda Ronstadt και η Meryl Streep) τραγουδά, με χειλεοσυγχρονισμό πάνω στη φωνή της Patsy, το ομώνυμο τραγούδι (και το I fall to pieces).
Η Patsy στο Sweet dreams βγάζει ένα πάθος. Πάθος βγάζει και η Tina Turner στο River deep, mountain high, άλλης μορφής όμως, και όχι μόνο πάθος, αλλά και ενέργεια που συμπαρασύρουν τα πάντα στο διάβα τους. Το πάθος της Patsy είναι άλλο, εσωστρεφές, καθόλου κραυγαλέο, χωρίς να είναι λιγότερο καταιγιστικό. Ειδικά η απόδοση του στίχου You don’t love me, it’s plain είναι η πιο φορτισμένη συναισθηματικά ερμηνεία που γνωρίζω, ο δε συγκρατημένος λυγμός της στη μέση του Things, I know, can’t come true είναι καθηλωτικός.
Το τραγούδι ανήκει αναντίρρητα στα «κλειδωμένα»: νοείται μόνο σαν διατεταγμένο ζεύγος με την αρχική ερμηνεύτρια∙ η Patsy Cline είναι το Sweet dreams. Αν και στην κάντρυ, όπως και στη σόουλ, όχι μόνο δεν ξενίζει, αλλά συνηθίζεται να τραγουδούν ο ένας τραγούδια του άλλου, το συγκεκριμένο υπήρξε ταμπού. Μετρημένες στα δάχτυλα οι επανεκτελέσεις του, και τελείως άλλη αίσθηση από την ερμηνεία της Patsy.
Με το Sweet dreams αναμετρήθηκε, το 1979, η κορυφαία σήμερα τραγουδίστρια της κάντρυ, Reba McEntire, και από τότε συχνά κλείνει τις συναυλίες της τραγουδώντας το χωρίς συνοδεία ορχήστρας. Ωραιότατη παρουσία και αντικειμενικά άψογη φωνή, όμως κατανόηση των στίχων μηδέν, αίσθημα μηδέν· σαν να διαβάζει τον κατάλογο με τα ψώνια σε γκόσπελ, ή σαν να τραγουδούν οι Μπλε το Θα σημάνουν οι καμπάνες (τι σαν, που το ακούσαμε κι αυτό). Αναμφίβολα, δεν της συγχωρώ το ότι σε κάποια ζωντανή εμφάνισή της το τραγούδησε σε μέντλεϊ μαζί με το άλλο Sweet dreams, αυτό των Eurythmics, ντουέττο με την Kelly Clarkson. Μου διαφεύγει αν τραγούδησαν σε μέντλεϊ το Dear diary των Moody Blues με το Dear diary της Britney Spears, ή το S.O.S. των ABBA με το S.O.S. της Έλενας Πατρόκλου. Ευτυχώς, δεν είχε βγει ακόμα το Sweet dreams της Beyoncé, ειδάλλως κανένας δεν μας βεβαιώνει ότι δεν θα το πρόσθεταν κι αυτό...
Με την ερμηνεία της Patsy Cline στο Sweet dreams μοιάζει, στο ακόμα πιο χαμηλόφωνο, η ερμηνεία της Dolly Parton στο, στίχοι και μουσική δικά της, I will always love you (στην πρώτη ακουστική εκτέλεση του 1974, όχι στη δεύτερη, με περισσότερα όργανα, από την ίδια το 1982, ούτε στην ακόμα μεταγενέστερη ντουέττο με τον Vince Gill το 1995· είναι γνωστό στην επανεκτέλεση της Whitney Houston το 1992 από την ταινία Ο σωματοφύλακας, σε σχεδόν διπλάσια διάρκεια από το αυθεντικό, με α καππέλλα εισαγωγή και στη συνέχεια επιδεικτικά κομψεπίκομψη ερμηνεία με μαιανδρικούς ακροβατισμούς, και επιπλέον με άσχετη ενορχήστρωση, όπου κανοναρχεί ένα εκνευριστικά παράταιρο σαξόφωνο· και, επειδή πάντα υπάρχουν χειρότερα, έχουμε και τις σχεδόν ντίσκο, αν όχι τέκνο, εκτελέσεις των Sarah Washington και Tears n’ Joy· ό,τι νάναι· αντίθετα, πολύ καλή η εκδοχή της Linda Ronstadt –που αναφέρθηκε παραπάνω με άλλη αφορμή– το 1975, και ενδιαφέρουσα η επανεκτέλεση της ουαλλής μέτσο σοπράνο Katherine Jenkins, στα ιταλικά μάλιστα: L’ amore sei tu, το 2005), που ίσως μας ωθήσει να ξεκολλήσουμε από την εξωτερική εντύπωση της χαζοχαρούμενης μπαλκονάτης ξανθιάς με το αστείο όνομα -για φαντάσου να σε λένε όπως το άλογο του Λούκυ Λουκ...-, και να εκτιμήσουμε και τη σπουδαία φωνή της και, κυρίως, την ικανότητά της να ερμηνεύει αυτό που τραγουδάει.
Και μια ελληνική ερμηνεία μοιάζει με τις δύο προηγούμενες, αυτή της Μελίνας Ασλανίδου στο Το λάθος (2005). Ίδιος περιώδυνος αλλά βουβός σπαραγμός, ίδια μοναχική και αξιοπρεπής βίωση της εγκατάλειψης, ίδιο ράγισμα της φωνής, καθρέφτης της ραγισμένης καρδιάς, ίδιος κόμπος στο λαιμό του ακροατή· και όλα αυτά λιτά, χωρίς περίτεχνες αλλά αχρείαστες δαντέλλες α λα Mariah Carey και Celine Dion.
(Πάθος, λάθος, αλλά όχι μάθος...)
Είμαι κι εγώ ένας patsified, πολλά χρόνια τώρα. Βιώνω κι εγώ το παράδοξο: Πώς γίνεται να με συγκινούν οι ερμηνείες της Patsy σε απλοϊκά, ρηχά, αν το καλοσκεφτείς, τραγουδάκια, περισσότερο από ερμηνείες άλλων, ας πούμε του χείμαρρου που ακούει στο όνομα Shirley Bassey, σε καλύτερα τραγούδια; Είναι όμως απλό: οι άλλες έχουν τεχνική, άμεμπτη, αλλά μόνο τεχνική, και απευθύνονται στον εγκέφαλο· δεν κοινωνούν την ουσία του τραγουδιού. Η Patsy έχει πηγαίο, γνήσιο συναίσθημα, η φωνή της βγάζει μιαν αμεσότητα, μια ειλικρίνεια, μια εντιμότητα, και μιλά στην καρδιά. Έτσι εξηγείται ότι, σχεδόν μισόν αιώνα μετά τον θάνατό της (σε αεροπορικό δυστύχημα το 1963, μόλις 30 ετών), έχει περισσότερους φίλους από ποτέ (απόδειξη οι πολυάριθμες αφιερωματικές ιστοσελίδες), και ότι η μεταθανάτια δημοτικότητά της δεν συγκρίνεται παρά μόνο με του Elvis Presley.
Η ταινία δεν ήταν απολύτως πιστή στα γεγονότα. Επιπλέον, θεωρήθηκε ότι η Jessica ήταν πολύ ψηλή και πολύ όμορφη για να αποδώσει την Patsy.
(πηγή εικόνας)
Το πρώτο ισχύει, και επιπλέον, η σπαθάτη σιλουέττα τής, στα ντουζένια της τότε, Jessica την έκανε να δείχνει ακόμα ψηλότερη. Στο άλλο, αν και οφθαλμοφανές, μην περιμένετε από εμάς τους οπαδούς της Patsy να συμφωνήσουμε· είμαστε τόσο παρωπιδικά αφοσιωμένοι, που βλέπουμε τη δεκοχτούρα για κύκνο και το κυκλάμινο για κρίνο...
Εδώ, η ίδια η Patsy τραγουδά ζωντανά (1962) τη γνωστότερη επιτυχία της, το Crazy. Η ηχογράφησή του (1961) ήταν μια δοκιμασία γι΄ αυτήν: στις ψηλές νότες, τα πλευρά της φρόντιζαν να τής υπενθυμίζουν το σοβαρό τροχαίο από το οποίο είχε μόλις αναρρώσει.
Ακόμα και σήμερα, ακούγοντας ερμηνείες της σε τραγούδια όπως Three cigarettes in an ashtray, Walkin’ after midnight, I can see an angel και Faded love είναι δύσκολο να μη γοητευτεί κανείς από τη διαύγεια και την εκφραστικότητα της φωνής της.
Χρωστώ πολλά στην Patsy· μου έχει κρατήσει παρέα και έχει γαληνέψει την ψυχή μου σε δύσκολες περιστάσεις.
Όνειρα γλυκά, Γλυκό Όνειρο.