It was a queer, sultry summer, the summer they electrocuted the Rosenbergs, and I didn't know what I was doing in New York.
***της Σ.Κ. για το skakistiko.blogspot.com
Στις 19 Ιουνίου του 1953, εκτελέστηκαν στην ηλεκτρική καρέκλα ο Julius και η Ethel Rosenberg, ζευγάρι Αμερικανών επιστημόνων εβραϊκής καταγωγής, μέλη του Κ.Κ. ΗΠΑ, κατηγορούμενοι για κατασκοπεία και εσχάτη προδοσία. Θύματα της υστερίας της πολιτικής του γερουσιαστή McCarthy που ο καθένας θα μπορούσε να βρεθεί ύποπτος ή ένοχος αν δεν δήλωνε πίστη στα ιδανικά του αμερικανικού έθνους, οδηγήθηκαν σε δίκη με προαποφασιμένο αποτέλεσμα. Κανείς από τους μάρτυρες κατηγορίας δεν μπόρεσε να αποδείξει τίποτα, αλλά αυτό είχε μικρή σημασία. To Venona Project έπρεπε να τιμωρηθεί.
Μετά την ανακοίνωση της απόφασης του δικαστηρίου, ξεσηκώθηκε παγκόσμιο κίνημα για την ακύρωση της εκτέλεσης (μέχρι και ο Πάπας έκανε έκκληση), ο Πρόεδρος Eisenhower όμως παρέμεινε αμετάπειστος δηλώνοντας μάλιστα κυνικά ότι "η εκτέλεση θα λειτουργήσει για παραδειγματισμό".
Οι κατηγορίες φυσικά καταρίφτηκαν μερικά χρόνια αργότερα μία προς μία.
Η εκτέλεση των Rosenberg βρίσκεται ακόμα και σήμερα σε πολλά στοιχεία της popular culture. Θυμάμαι το υπέρoχο τραγούδι του Billy Joel "We didn't start the fire";
Την Sylvia Plath να γράφει γεμάτη ενοχές "It was a queer, sultry summer, the summer they electrocuted the Rosenbergs, and I didn't know what I was doing in New York."
Και την συγκλονιστική φωτογραφία (μία από τις φωτογραφίες του αιώνα) με τους Rosenberg καθισμένους στην ηλεκτρική καρέκλα, δευτερόλεπτα πριν την εκτέλεση, να δίνουν το παθιασμένο τελευταίο τους φιλί.
***Η δημόσια εκτέλεση στην πυρά και ο θείος Σαμ
To The Public Burning είναι μία νουβέλα που γράφτηκε το 1977 από τον Robert Coover. Αναπαριστά στις πρώτες σελίδες την εκτέλεση του Julius και της Ethel Rosenberg.
O κύριος χαρακτήρας του έργου είναι ο Richard Nixon, τότε αντιπρόεδρος των ΗΠΑ. Το έργο σατυρίζει την υστερία του Ψυχρού Πολέμου στα 1950's, βάζοντας πολιτικούς να περιγράφουν τον κομουνισμό σαν το "Φάντασμα" ("The Phantom"), έναν τρομερό εχθρό του Αμερικανικού Έθνους που ζει μέσα στις ΗΠΑ (μέσα από αριστερούς διανοούμενους) και πρέπει να ηττηθεί.
Στην ίδια λογική, το έργο δέχεται το εύρημα ότι κάθε πρόεδρος των ΗΠΑ είναι η ενσάρκωση του Θείου Σαμ και περιγράφει τον Πρόεδρο Dwight Eisenhower, όχι όπως ήταν πραγματικά στην όψη, αλλά σαν να έχει μεταμορφωθεί και φυσικά σαν τον Θείο Σαμ, ίδιο πρόσωπο, το ίδιο παντελόνι με τις λευκές και κόκκινες ρίγες, το ίδιο λευκό μουσάκι.
Η νουβέλα έχει την εντυπωσιακή τελευταία σκηνή, στην οποία ο Πρόεδρος πληροφορεί τον Nixon ότι είναι μελλοντική ενσάρκωση, και αυτός, του Θείου Σαμ, τον βιάζει πολλές φορές με μανία μάλιστα, για να του μεταδώσει το ιερό σπέρμα του Θείου Σαμ.
***Η Σύλβια Πλαθ, ήταν μόλις 20 ετών
όταν έγραφε στο "The Bell Jar", το μόνο της πεζό:
It was a queer, sultry summer, the summer they electrocuted the Rosenbergs, and I didn't know what I was doing in New York. I'm stupid about executions. The idea of being electrocuted makes me sick, and that's all there was to read about in the papers--goggle-eyed headlines staring up at me on every street corner and at the fusty, peanut-smelling mouth of every subway. It had nothing to do with me, but I couldn't help wondering what it would be like, being burned alive all along your nerves.
I thought it must be the worst thing in the world.
New York was bad enough. By nine in the morning the fake, country-wet freshness that somehow seeped in overnight evaporated like the tail end of a sweet dream. Mirage-gray at the bottom of their granite canyons, the hot streets wavered in the sun, the car tops sizzled and glittered, and the dry, cindery dust blew into my eyes and down my throat.
I kept hearing about the Rosenbergs over the radio and at the office till I couldn't get them out of my mind. It was like the first time I saw a cadaver. For weeks afterward, the cadaver's head--or what there was left of it--floated up behind my eggs and bacon at breakfast and behind the face of Buddy Willard, who was responsible for my seeing it in the first place, and pretty soon I felt as though I were carrying that cadaver's head around with me on a string, like some black, noseless balloon stinking of vinegar.
(I knew something was wrong with me that summer, because all I could think about was the Rosenbergs and how stupid I'd been to buy all those uncomfortable, expensive clothes, hanging limp as fish in my closet, and how all the little successes I'd totted up so happily at college fizzled to nothing outside the slick marble and plate-glass fronts along Madison Avenue.)
I was supposed to be having the time of my life.