Σάββατο 19 Ιουλίου 2008

«Σκακιστική Βίβλος»



Βιβλιοκριτική
του Ανδρέα Τζερμιαδιανού

Πρόσφατα κυκλοφόρησαν από τις εκδόσεις «Κλειδάριθμος» τα καινούργια βιβλία του Στράτου Γρίβα με τίτλο «Σκακιστική Βίβλος». Η σειρά αποτελείται από δύο τόμους και είναι ουσιαστικά μια βελτιωμένη και εμπλουτισμένη σε υλικό επανέκδοση των έξη τόμων της «Σκακιστικής Προπόνησης» του ίδιου συγγραφέα που είχε κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις «Κέδρος» πριν από μερικά χρόνια.

1ος Τόμος: Ο πρώτος τόμος αναφέρεται στην στρατηγική και την τακτική στο σκάκι. Είναι μια προσεγμένη δουλειά που ασχολείται με αρκετά διδακτικά θέματα που έλειπαν από την ελληνική βιβλιογραφία. Είναι όμως σημαντικό για τον αναγνώστη να γίνουν ορισμένες διευκρινήσεις:

Το βιβλίο απευθύνεται σε σκακιστές που κατέχουν ήδη τις βασικές αρχές του σκακιού αφού ορισμένα θέματα είναι ιδιαίτερα προχωρημένα και δεν είναι εύκολο να γίνουν κατανοητά από σκακιστές χαμηλότερου επιπέδου.

Το μεγαλύτερο μέρος του βιβλίου αποτελείται από παρτίδες του ίδιου του συγγραφέα και σαν συνεπακόλουθο υπάρχουν ορισμένα θετικά αλλά και αρνητικά χαρακτηριστικά που δεν μπορούν να αποφευχθούν.

Το σημαντικότερο θετικό είναι ότι μέσα από τη λεπτομερή ανάλυση και τη βαθειά κατανόηση που έχει ο Γρίβας σε δύσκολες στρατηγικές θέσεις, ο αναγνώστης βρίσκεται ουσιαστικά μέσα στο μυαλό ενός ισχυρού σκακιστή και μπορεί να παρακολουθήσει τη σκέψη του κατά τη διάρκεια της παρτίδας αφού σε αρκετές παρτίδες τα σχόλια είναι ουσιαστικά και διδακτικά. (δείτε π. χ. την παρτίδα Γρίβας-Αβρούχ, Ηράκλειο 1995).

Το αρνητικό είναι ότι προφανώς δεν είναι δυνατό να υπάρχουν παραδειγματικές παρτίδες από τον συγγραφέα για όλα τα θέματα της τακτικής και της στρατηγικής που υπάρχουν στο βιβλίο. Για παράδειγμα η παρτίδα με την Τζούντιθ Πόλγκαρ στην Κέρκυρα το 1990 δεν είναι ένα τυπικό παράδειγμα επίθεσης σε αντίθετα ροκέ όπου η παρτίδα «κρίνεται στο ένα τέμπο» όπως αναφέρει για αυτές τις θέσεις ο συγγραφέας. Εμένα μου φάνηκε πιο πολύ σαν μια παρτίδα με θέση πολύ καλύτερη για το Στράτο που απλά του ξέφυγε η αντίπαλος του.

Επίσης, ο συγγραφέας είναι παίκτης του 1.δ4 και πολλοί παίκτες που ξεκινάνε με 1.ε4 (όπως ο υποφαινόμενος) δεν θα δούνε θέσεις που θα μπορέσουν να χρησιμοποιήσουν στην πράξη ώστε να φανεί η χρησιμότητα των εκτεταμένων σχολίων του συγγραφέα στο άνοιγμα.

Όσον αφορά τα θέματα που αναφέρονται στο βιβλίο, το κομμάτι που αναφέρεται στις δομές πιονιών είναι πολύ καλά γραμμένο και ιδιαίτερα τα κεφάλαια για το απομονωμένο πιόνι. Θα ήθελα όμως σε αυτό το κεφάλαιο να δω μια ήττα του συγγραφέα σε «κλασική» θέση με απομονωμένο πιόνι και με εκτεταμένα σχόλια για να φάνουν τα προβλήματα που αντιμετωπίζει ένας ισχυρός παίκτης κατά τη διάρκεια της παρτίδας. Για παράδειγμα μου έρχεται στο μυαλό η παρτίδα του Γρίβα με τον Παπαϊωάννου από την Αίγινα το 1995 που παρότι υπήρχαν ανακρίβειες θα μπορούσε να αναφερθεί ολόκληρη ή έστω κάποιο απόσπασμά της. Επίσης μου άρεσαν πολύ τα κεφάλαια που αναφέρονται στη σχέση ίππου-αξιωματικού και στη θυσία διαφοράς.

Υπάρχουν όμως και θέματα που δεν είναι καλά οργανωμένα και έχουν ελλείψεις. Στο κεφάλαιο με τους δύο αξιωματικούς θα ήθελα να δω κάποιους βοηθητικούς κανόνες (όπως υπάρχουν στο βιβλίο του Emms Simple chess). Εξάλλου η χρήση παρόμοιων κανόνων χρησιμοποιείται από τον συγγραφέα σε άλλα θέματα του βιβλίου. Στο κεφάλαιο με τη διπλή θυσία των αξιωματικών θα ήθελα να δω την παρτίδα Κασπάροβ-Πόρτις, Νίκσιτς 1983 που ψηφίστηκε στις 10 καλύτερες από την έκδοση του Informator.

Η έλλειψη ασκήσεων από το βιβλίο γίνεται επίσης αισθητή και θα ήταν ιδιαίτερα εποικοδομητικό στο τέλος κάθε κεφαλαίου να υπήρχαν λίγες ασκήσεις ή θέσεις για ανάλυση από τον αναγνώστη.

Ένα άλλο ιδιαίτερο σημείο του συγγραφέα είναι η χρήση καινούργιων εννοιών σε σχέση με αυτές που χρησιμοποιούν τα κλασικά βιβλία. Για παράδειγμα μου φαίνεται λίγο αμφισβητήσιμη η έννοια των 3 αδυναμιών που έρχεται σε αντίθεση με το κλασικό έργο «Endgame Strategy» του Shereshevsky όπου αφιερώνει ένα κεφάλαιο στο θέμα: « Ο κανόνας των δύο αδυναμιών».

Από την άλλη μου άρεσε η έννοια της «προφυλακής» που αναφέρεται στην χρήση ισχυρού τετραγώνου πάνω σε ανοικτή στήλη.

Τέλος υπάρχει ένα οξύμωρο σχήμα. Από τη μια βλέπουμε πολλά θέματα (σχετικά με τον όγκο του βιβλίου) με ελάχιστα παραδείγματα σε κάποια από αυτά. Αυτό είναι πολύ λογικό αφού το βιβλίο θέλει να έχει την έννοια της πληρότητας. Από την άλλη όμως είναι εμφανής η απουσία βασικών θεμάτων που θα έπρεπε να περιέχονται όπως η «Άμυνα».

Συμπέρασμα: Συνολικά το βιβλίο είναι πολύ χρήσιμο παρουσιάζοντας θέματα που έλειπαν από την ελληνική βιβλιογραφία. Θετική είναι η χρήση εκτενών σχολίων και πολλών θεμάτων. Αρνητικό η έλλειψη καλής οργάνωσης σε μερικά κεφάλαια και η έλλειψη ασκήσεων για τον αναγνώστη.


2ος Τόμος: Ο δεύτερος τόμος αναφέρεται στο φινάλε και ήταν πραγματικά μια ευχάριστη έκπληξη. Αρκετά λάθη που υπήρχαν στην προηγούμενη έκδοση της «σκακιστικής προπόνησης» έχουν διορθωθεί (για παράδειγμα στην παρτίδα Καρκανάκε-Γρίβας, Βάρνα 1994 όπου προέκυψε το φινάλε βασίλισσας εναντίον πύργου). Τα κεφάλαια είναι άρτια οργανωμένα αναφέροντας συνήθως τον τρόπο νίκης και κατόπιν τα παραδείγματα από την πράξη.

Επίσης θετικό είναι ότι παρόλο που ο τόμος απευθύνεται σε προχωρημένους σκακιστές υπάρχουν αρκετά σημεία από τα όποια μπορούν να ωφεληθούν και παίχτες χαμηλότερου επιπέδου, κάτι που δεν ίσχυε για τον πρώτο τόμο.

Από την άλλη όμως είναι αμφισβητήσιμη η χρησιμότητα της αναγραφής ολόκληρων των παρτίδων αφού ουσιαστικά μας ενδιαφέρει μόνο το τελευταίο μέρος της παρτίδας (να αναφέρω ότι στην αγγλική έκδοση οι πρώτες κινήσεις δεν αναφέρονται και η κάθε παρτίδα ξεκινάει από το συγκεκριμένο φινάλε). Παρόλα αυτά είναι λογική η ανησυχία του συγγραφέα ότι επειδή στη χώρα μας δεν είναι ευρύτατα διαδεδομένη η χρήση των σκακιστικών βάσεων, θα είναι δυσκολότερο για ορισμένους αναγνώστες να καταλάβουν πως μπορεί να προκύψει ο συγκεκριμένος τύπος ορισμένων φινάλε.

Ο τόμος αυτός είναι μια προσπάθεια για να γεφυρωθεί ένα χάσμα που υπήρχε. Υπάρχουν βιβλία για τις βασικές αρχές στο φινάλε και εγκυκλοπαίδειες ιδιαίτερα αναλυτικές στις οποίες ανατρέχουμε για να βρούμε κάποιο εξεζητημένο φινάλε που προέκυψε σε κάποια παρτίδα μας. Αυτή η δουλειά είναι κάτι το ενδιάμεσο αφού απευθύνεται σε αυτούς που ήδη κατέχουν τις βασικές αρχές προχωρώντας ταυτόχρονα σε πιο δύσκολα παραδείγματα, που μπορούν όμως να εμφανιστούν στην πράξη.

Το «ισχυρότερο σημείο» του βιβλίου είναι τα φινάλε πύργων. Είναι γνωστό ότι ο Στράτος είναι ιδιαίτερα ισχυρός σε αυτά τα φινάλε, τα οποία παρουσιάζονται στην παρτίδα πολύ συχνότερα από ότι τα άλλα φινάλε αφού οι πύργοι είναι τα τελευταία κομμάτια που «μπαίνουν» στο παιχνίδι και πολλές φορές δεν προλαβαίνουν να αλλαχθούν. Η κατηγοριοποίηση είναι εκτενής και συνοδεύεται με ουσιαστικά σχόλια που βοηθούν τον αναγνώστη να καταλάβει αρκετά λεπτά χαρακτηριστικά αυτών των φινάλε.

Το μόνο αρνητικό το όποιο παρατήρησα είναι ότι σε αντίθεση με τον 1ο τόμο (όπου ο Στράτος χρησιμοποιεί δικές του ορολογίες και κανόνες), στον 2ο τόμο «κρατάει» τους κανόνες όπως αναφέρονται στα παλιά βιβλία ενώ θεωρώ αναγκαία την αναδιατύπωση και απλούστευσή τους

3 σχόλια:

Kostas Oreopoulos είπε...

Εγώ να πώ οτι απόλαυσα το κείμενο της κριτικής το οποίο είναι απόλυτα ενημερωτικό. Απεχθάνομαι τα κείμενα ύμνους, όπου όλα είναι καλά, δεν υπάρχει κανένα στραβό, αφού ακόμη και στο τέλειο βιβλίο το προσωπικό στύλ του συγγραφές μπορεί να μην μας αρέσει.
Γνώμη προσωπική δεν έχω. Όταν πέσει στα χέρια μου θα την μοιραστώ ευχαρίστως μαζί σας (οχι οτι θα σας ενδιαφέρει βεβαια :) )

Ανώνυμος είπε...

Πραγματικα ενα κειμενο βαθους.
Στη σημερινη εποχη οπου η κριτικη για την ουσια των κειμενων εχει αντικατασταθει απο light παρουσιασεις διαφημιστικων κινητρων και το αυτονοητο πρεπει να διεκδικειται.

Δεν εχω φθασει σε τετοιο υψος ωστε να μπορω να κρινω τα γραφομενα του κου Γριβα επι της ουσιας.Θελω να πω ομως απο τη σκοπια του αναγνωστη οτι οτιδηποτε προσπαθει να συνδεσει συγκεκριμενες θεσεις με αρχες μου φαινεται παιδαγωγικο και χρησιμο. Επι πλεον μου αρεσει η επιμονη του συγγραφεα σε θεματα στρατηγικης και φιναλε που ειναι τα ουσιαστικοτερα και τα δυσκολοτερα σημεια του παιχνιδιου.

Η διεθνης βιβλιογραφια είναι πλεον προσιτη σε πολλα πραγματα και είναι σημαντικο για τους ελληνες συγγραφεις να ξεφευγουν από τον οριζοντα της γλωσσας και να προσπαθουν να αντιπαρατεθουν ή να συγκριθουν (το ιδιο κανει) με τα καλυτερα βιβλια του ειδους που καταπιανονται. Ευχομαι στον κο Γριβα να τα καταφερει κι εκει.

Ανώνυμος είπε...

H έννοια της προφυλακής δεν είναι καθόλου καινούργια.

Την χρησιμοποίησε ο Σιαπέρας στο 2ο τόμο του Βιβλίου του

Προφανώς, είναι δανεισμένη από εκεί