El amor en los tiempos del cólera
Δεν πρόκειται να δω σ' αυτή τη γύρα την κινηματογραφική μεταφορά του «έρωτα στα χρόνια της χολέρας» που προβάλλεται στις αίθουσες. Δεν με αποθάρρυναν τόσο οι κακές κριτικές που γκρινιάζουν ότι το αριστούργημα του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες -ένα από τα κορυφαία λογοτεχνικά έργα του 20ού αιώνα- δεινοπαθεί στην οθόνη μεταμορφωμένο σε άνευρο ζαχαρωμένο μελόδραμα, όσο η σχετική πεποίθησή μου πως μόνο τα μέτρια έργα τέχνης είναι ικανά να μεταφερθούν σε άλλη μορφή τέχνης και να γίνουν καλύτερα (παράδειγμα η «κυρία με τις καμέλιες» να γίνει «Τραβιάτα» ή ο Μπουνιουέλ να ψηλαφήσει ένα άνοστο έργο του Πιέρ Λουίς και να γυρίσει το «σκοτεινό αντικείμενο του πόθου»). Αλλά ο αφηγηματικός χείμαρρος και ο υποβλητικός συμβολισμός του μέγιστου Κολομβιανού στον «έρωτα στα χρόνια της χολέρας» πώς θα μπορούσαν να αποτυπωθούν σε ταινία; Για αυτό, σε όλους μας, προξενεί εντύπωση που ο υπέργηρος Μάρκες έδωσε (ή παρέδωσε;) τη συγκατάθεσή του (μετά από πολύχρονες πιέσεις, αλήθεια) για την μεταφορά του «El amor en los tiempos del cólera» στον κινηματογράφο.
Χωρίς να γνωρίζω την ταινία, υποθέτω πως (εκ των πραγμάτων, ανεξαρτήτως προθέσεων, κατανόησης και ικανοτήτων του δημιουργού, απλώς λόγω των πολλαπλών περιορισμών που θέτει η κινηματογραφική τέχνη) θα στεκόταν αδύνατον ακόμη και στον πιο χαρισματικό σκηνοθέτη, να αποδείξει στο δικό του όχημα, την οθόνη, ότι «ο έρωτας στα χρόνια της χολέρας» δεν είναι αυτό που κινδυνεύει να προσλάβει ο -πολύ, πολύ άτυχος αν του συμβεί σ' αυτό το βιβλίο- άκαμπτος αναγνώστης του Μάρκες: η ιστορία του πολύχρονου εμμονικού πάθους του Φλορεντίνο Αρίσα για τη Φερμίνα Δάσα, σε μια φανταστική πόλη στην Καραϊβική.
Το βιβλίο μιλάει για τον έρωτα σε όλες του τις μορφές και οι δεκάδες χαρακτήρες υπάρχουν ως σχήματα για να εξετάζουν το πιο αλλόκοτο ανάμεσα στα ισχυρά ανθρώπινα συναισθήματα, τον έρωτα, σε διαλεκτική σχέση με τη φυσική φθορά και το θάνατο. Ανανταπόκριτος έρωτας (ο Φλορεντίνο για τη Φερμίνα, πέντε δεκαετίες). Συζυγική αγάπη (Φερμίνα και Χουνεβάλ Ουρμπίνο). Πλατωνική αγάπη (Φλορεντίνο και Λεόνα). Οργισμένος έρωτας (Φλορεντίνο και η ποιήτρια που τον εξοργίζει). Ζήλεια (η άπιστη σύζυγος που σκοτώνει λόγω του έρωτά της για τον Φλορεντίνο). Εφηβικός έρωτας (Φλορεντίνο και Φερμίνα στην αρχή). Ομοφυλοφιλικός έρωτας (Μις Λιντς). Επικίνδυνος έρωτας (η ψυχικά ασθενής γυναίκα και ο Φλορεντίνο). Αγοραίος έρωτας. Έρωτας απόστασης (Φλορεντίνο και Φερμίνα αλληλογραφώντας). Έρωτας στα γηρατειά (Φλορεντίνο και Φερμίνα, η αυτοκτονία του Χερεμία δε Σαιντ Αμούρ). Νυμφιδιακός έρωτας (Φλορεντίνο και Αμέρικα Βικούνα). Η σχέση ανάμεσα στο σεξ, την ηλικία, το κοινωνικό περιβάλλον, το θάνατο, τη ζωή (όλο το βιβλίο).
Ο θάνατος βαδίζει σα μόνιμη σκιά στις σελίδες, ακόμη και στον τίτλο του έργου, αλλά κατά θαυμαστό τρόπο η αίσθηση που βγαίνει είναι πως αυτό που δεν έχει κανένα όριο, δεν είναι ο θάνατος, αλλά η ζωή.
*****************
Από τις πενήντα πρώτες σελίδες του «έρωτα στα χρόνια της χολέρας», επέλεξα ορισμένα αποσπάσματα, στα οποία εμφανίζεται το σκάκι (ακόμη και ο Χοσέ Ραούλ Καπαμπλάνκα, για τον οποίο κάθε τόσο διαπιστώνουμε πως η ανάμνησή του είναι ζωντανή στη σύγχρονη μυθολογία των λαών της Λατινικής Αμερικής και όπως όλοι οι ήρωες, φέρει διαφορετικά ονόματα, εδώ είναι ο Τορεμολίνος).
Είναι η αυτοκτονία ενός ανάπηρου πρόσφυγα, φωτογράφου παιδιών, του πιο ισχυρού σκακιστή της πόλης, του Χερεμία δε Σαιντ Αμούρ, ενός «άθεου αγίου». Είχε προαποφασίσει να μη συνεχίσει να ζει μετά τα εξήντα του. Η μετάφραση είναι της Κλαίτης Σωτηριάδου-Μπαράχας, από την ελληνική έκδοση:
Ήταν αναπόφευκτο. Η μυρωδιά από πικραμύγδαλα θύμιζε άτυχους έρωτες. Ο γιατρός Χουνεβάλ Ουρμπίνο την ένιωσε από τη στιγμή που μπήκε μες στο σκοτεινό ακόμα σπίτι, όπου είχε τρέξει βιαστικά για ν' ασχοληθεί με μια περίπτωση που από χρόνια είχε πάψει να είναι επείγουσα. Ο Χερεμία δε Σαιντ Αμούρ, πρόσφυγας από τις Αντίλλες, ανάπηρος από τον πόλεμο, φωτογράφος για τα παιδιά κι ο πιο πονετικός του αντίπαλος στο σκάκι, είχε ξεφύγει για πάντα από τα βασανιστήρια της μνήμης, με αναθυμιάσεις από υδροκυανούχο χρυσό(...)
(...) Πάνω στο γραφείο, κοντά σ' ένα βάζο με διάφορα μικροπράγματα παλιού θαλασσινού, βρισκόταν η σκακιέρα με μια μισοτελειωμένη παρτίδα. Παρόλη τη βιασύνη και την κακή του διάθεση, ο γιατρός Ουρμπίνο δεν μπόρεσε ν' αντισταθεί στον πειρασμό να τη μελετήσει. Ήξερε πως είναι η παρτίδα της προηγούμενης νύχτας, γιατί ο Χερεμία δε Σαιντ Αμούρ έπαιζε κάθε βράδυ, όλη τη βδομάδα και με τουλάχιστον τρεις διαφορετικούς αντιπάλους, αλλά τις τελείωνε πάντα κι ύστερα φύλαγε τη σκακιέρα και τα πιόνια στο κουτί τους, σ' ένα συρτάρι στο γραφείο του. Ήξερε πως έπαιζε πάντα με τ' άσπρα, και τη φορά αυτή ήταν ολοφάνερο πως θα έχανε μετά από τέσσερις κινήσεις. «Αν είχαμε έγκλημα, αυτό εδώ θα ήταν ένα καλό ίχνος», είπε. «Ξέρω μονάχα έναν άνθρωπο ικανό να στήσει μια τόσο έξυπνη παγίδα». Δεν μπορούσε να κρατηθεί να μην εξακριβώσει αργότερα, γιατί εκείνος ο αδάμαστος στρατιώτης, συνηθισμένος να μάχεται μέχρι το τέλος, είχε αφήσει μισοτελειωμένη τη τελευταία μάχη της ζωής του. (...)
(...) Γνώριζε πως ο Χερεμία δε Σαιντ Αμούρ ήταν ένας ανάπηρος με δεκανίκια που ποτέ δεν είχε δει, πως είχε ξεφύγει από το εκτελεστικό απόσπασμα σε κάποια από τις τόσες επαναστάσεις, σε κάποιο από τα τόσα νησιά στις Αντίλλες, πως είχε γίνει φωτογράφος παιδιών από ανάγκη και κατάφερε να γίνει ο πιο φημισμένος σ' όλη την επαρχία και πως είχε κερδίσει στο σκάκι κάποιον που εκείνη θυμόταν να λένε Τορεμολίνος, αλλά που στην πραγματικότητα ονομαζόταν Καπαμπλάνκα. «Βέβαια δεν ήταν παρά ένας δραπέτης από την Καγιένη, καταδικασμένος σε ισόβια για ένα τρομερό έγκλημα» είπε ο γιατρός Ουρμπίνο. (...)
(...) Ο γιατρός Χουνεβάλ Ουρμπίνο, από τις αρχές του καινούργιου αιώνα δεν είχε ξαναπάει στο καφενείο και προσπαθούσε να οργανώσει σκακιστικούς αγώνες σ' όλη τη χώρα με την υποστήριξη της Λέσχης. Τότε ακριβώς είχε φτάσει ο Χερεμία δε Σαιντ Αμούρ, με παράλυτα ήδη τα πόδια του και χωρίς να επαγγέλλεται ακόμα το φωτογράφο παιδιών. Πριν περάσουν τρεις μήνες είχε γίνει γνωστός σ' όλους όσους ήξεραν να κουνήσουν τον τρελό πάνω στη σκακιέρα, γιατί κανένας τους δεν είχε καταφέρει να του πάρει έστω και μια παρτίδα. Για το γιατρό Χουνεβάλ Ουρμπίνο ήταν μια μοναδική συνάντηση, ακριβώς τη στιγμή που το σκάκι τού είχε γίνει αδάμαστο πάθος και δεν του είχαν απομείνει πια πολλοί αντίπαλοι για να το ικανοποιεί. (...)
(...) Ύστερα, συναντήθηκαν στο εργαστήριο κι εκείνη τον βρήκε αφηρημένο κι ονειροπόλο και σκέφτηκε πως ήταν από τις άγριες σκηνές με τους πληγωμένους ετοιμοθάνατους στη λάσπη. Προσπαθώντας να τον διασκεδάσει, του ζήτησε να παίξουν μια παρτίδα σκάκι και αυτός δέχτηκε για να την ευχαριστήσει, αλλά έπαιζε απρόσεκτα, με τ' άσπρα πιόνια βέβαια, μέχρι που ανακάλυψε, πριν από εκείνη πως θα τον νικούσε σε τέσσερις κινήσεις και παραδόθηκε, χωρίς άλλη προσπάθεια. Ο γιατρός κατάλαβε τότε πως ο νικητής της τελευταίας παρτίδας ήταν εκείνη κι όχι ο στρατηγός Χερόνιμο Αργότε, όπως εκείνος είχε υποθέσει. Μουρμούρισε έκπληκτος:
«Ήταν μια εξαιρετική παρτίδα»
Εκείνη, επέμενε πως δεν άξιζε τους επαίνους, μιας και ο Χερεμία δε Σαιντ Αμούρ, χαμένος ήδη μες την ομίχλη του θανάτου, κινούσε τα πιόνια ανόρεχτα. Όταν διέκοψε την παρτίδα, γύρω στις έντεκα και τέταρτο, είχε σταματήσει κιόλας η μουσική από τους χορούς στα κέντρα κι εκείνος της ζήτησε να τον αφήσει μόνο. Ήθελε να γράψει ένα γράμμα στο γιατρό Χουνεβάλ Ουρμπίνο, που θεωρούσε τον πιο αξιοσέβαστο άνθρωπο που είχε γνωρίσει κι επιπλέον καρδιακό φίλο, όπως έλεγε, παρόλο που το μόνο κοινό σημείο τους ήταν η μανία για το σκάκι, που θεωρούσαν ένα διάλογο της λογικής κι όχι επιστήμη. Τότε εκείνη κατάλαβε πως ο Χερεμία δε Σαιντ Αμούρ είχε φτάσει στο τέλος της αγωνίας του και πως δεν του έμενε καιρός να ζήσει παρά μόνο όσο χρειαζόταν για να γράψει το γράμμα. Ο γιατρός δεν μπορούσε να το πιστέψει. «Χτες βράδυ, όταν τον άφησα μόνο, δεν ανήκε πια σ' αυτόν τον κόσμο», είπε εκείνη. (...)
18 σχόλια:
Ο συγγραφέας, στο πρωτότυπο ισπανικό κείμενο μιλάει σωστά για piezas blancas («λευκά κομμάτια») και όχι για τα «λευκά πιόνια» της ελληνικής μετάφρασης που δεν είναι δόκιμη φράση με σκακιστικούς όρους (ως γνωστόν πιόνια = μόνο οι στρατιώτες).
Γενικά, στο κείμενο, σε τρία-τέσσερα σημεία τα (σκακιστικά) κομμάτια έχουν μεταφραστεί ως (σκακιστικά) πιόνια. Σε άλλες, κακές μεταφράσεις, άλλων βιβλίων, έχουμε συναντήσει και το ακραίο ...σκακιστικά πούλια.
Παρατηρούμε λοιπόν, ότι ακόμη και μια πολυβραβευμένη μεταφράστρια, η Σωτηριάδου-Μπαράχας, που μεταφράζει το σύνολο του έργου του Μάρκες πολύ ικανοποιητικά, παγιδεύεται σε λαθάκι όταν έχει να κάνει με σκάκι...
Είδα την ταινία μαζί με μία φίλη μου που δεν έχει διαβάσει το έργο. Της άρεσε πολύ, εμένα από την άλλη μεριά καθόλου. Την καταλαβαίνω όμως γιατί η ταινία αν την δει κανείς αγνοώντας παντελώς το βιβλίο είναι ευχάριστο και συγκινιτικό θέαμα. Από τη στιγμή όμως που έχεις διαβάσει το βιβλίο τα ψέμματα τελειώνουν. Να δούμε τώρα αν θα κάνουν ταινία και το ακόμα σπουδαιότερο έργο του "μέγιστου Κολομβιανού" (χαχα, νόμιζα ότι μέγιστη Κολομβιανή είναι η Σακίρα!!), τα εκατό χρόνια μοναξιά.
Εξαιρετική ιδέα η παρουσίαση των αποσπασμάτων για το σκάκι, ευχαριστούμε πολύ.
Ο όρος «κομμάτι» όπως χρησιμοποιείται σήμερα ούτως ή άλλως είναι προβληματικός, γιατί αναφέρεται τόσο στο σύνολο των 16 κομματιών κάθε παράταξης, όσο και στα 8 κομμάτια της πρώτης (ή τελευταίας, είναι θεμα θεώρησης) γραμμής. Είναι σαν να χρησιμοποιούμε τον όρο Αγγλία για να αναφερθούμε τόσο στην… Αγγλία, όσο και σε ολόκληρη τη Μεγάλη Βρεταννία, ή σαν να χρησιμοποιούμε τον όρο φαντάρος και να περιλαμβάνουμε, εκτός από τους πεζικάριους τυφεκιοφόρους (πιόνια), και τους Λοχίες (Αξιωματικούς), και τους Σμηνίες (Ίππους), και τους Ίλαρχους (Πύργους), και την Πλωτάρχη (Βασίλισσα – κάτι σαν την Κέλλυ ΜακΓκίλλις στο «Τοπ γκαν» :-)) , και τον Συνταγματάρχη (Βασιλιά).
Στα αγγλικά, καθένα από τα 16 «αντικείμενα» κάθε παράταξης λέγεται chessman και καθένα από τα 8 «αντικείμενα» της τελευταίας γραμμής λέγεται piece.
Στα σημερινά ελληνικά σήμερα δεν γίνεται αυτός ο διαχωρισμός· λέμε τόσο τα 8, όσο και τα 16 συλλήβδην κομμάτια και καθαρίζουμε.
Παλαιότερα, όταν η ακριβολογία δεν ήταν πολυτέλεια (αν υποτεθεί ότι είναι πολυτέλεια να υπάρχει ένας όρος για κάθε έννοια και να μην ονομάζεται τετράγωνο και το… τετράγωνο και το παραλληλόγραμμο και ο ρόμβος και το τραπέζιο και κάθε τετράπλευρο), οι chessmen ονομάζονταν πεσσοί και τα pieces κομμάτια.
@ Schrödinger's Cat και 1+1=3 :
Λάθος και οι δύο : Ο μέγιστος κολομβιανός είναι ο «ξανθός Γκούλλιτ», Carlos Valderrama :-)
Πραγματι αυτο που επεσημανε ο γατος ισχυει.Στις μεταφρασεις λογοτεχνικών βιβλιων η σκακιστικη ορολογία δεινοπαθει ενω στις μεταφρασεις σκακιστικων βιβλιων ταλαιπωρειται η ελληνικη γλώσσα(με εξαιρεσεις).
Θα ητανε σκοπιμο ισως να υπαρχει μια μεταφραη των κυριοτερων σκακιστικων ορων στα ελληνικά.Και με την ευκαιρια καλο θα ητανε να υπαρχουν καποιες συμβουλες για μια διδακτεα υλη για τους παικτες- παιδια η ενηλικες που ξεκινουν αναλογα με το επιπεδο τους τι πραγματα να διδαξει κανεις και με ποιο τροπο...
Ανώνυμε, συμφωνώ, με την επισήμανση πως τα βάσανα της ελληνικής γλώσσας δεν είναι ορατά μόνο σε μεταφράσεις σκακιστικών βιβλίων, αλλά και σε ελληνόγλωσσα σκακιστικά βιβλία που δεν πέρασαν από διαδικασία μετάφρασης. Κάθε φορά που πιάνω στα χέρια μου νέα ελληνική σκακιστική έκδοση μετά από ένα σύντομο ξεφύλλισμα τις περισσότερες φορές μένω απογοητευμένος από την κακοποίηση που υφίσταται η γλώσσα. Φυσικά πάντα υπάρχει επιμελητής και διορθωτής, αλλά αν το κείμενο είναι ειδικό, όπως το σκάκι, αυτός παρεμβαίνει όσο μπορεί λιγότερο.
Υ.Γ. Συγχαρητήρια για ένα ακόμη θαυμάσιο άρθρο. Αυτό το blog παραείναι καλό.
Ν.Π. Ξάνθη
Καλά Χριστούγεννα κι ευτυχισμένο το 2008!
"Ο έρωτας στα χρόνια της χολέρας" και τα "εκατό χρόνια μοναξιά" είναι μοναδικές αναγνωστικές εμπειρίες.Το μυθιστορηματικό σύμπαν του Gabriel Garcia Marquez είναι βασικά αυτά τα δύο βιβλία. Άλλα του μυθιστορήματα, όπως ο "Πατριάρχης" και "οι θλιμμένες πουτάνες της ζωής μου" δεν φτάνουν την τελειότητα των δύο παραπάνω.
Χαρακτηριστικά, ο Gabriel Garcia Marquez, γνωρίζοντας αυτό το πράγμα, είπε "είμαι ευτυχής που γλύτωσα παρά τρίχα τον τίτλο του συγγραφέα του ενός βιβλίου".
Η ζωή δεν είναι αυτή που έζησε κανείς αλλά αυτή που θυμάται και όπως τη θυμάται να τη διηγηθεί. Και ο Marquez είναι αξεπέραστος στη διήγηση.
Για όσους και όσες διάβασαν και χάρηκαν τα δύο μεγάλα λογοτεχνικά εμβληματικά έργα του Marquez συστήνω και την αυτοβιογραφία του "Ζω για να διηγούμαι" βιβλίο-κλειδί για να καταλάβουμε ότι ο περίφημος μαγικός ρεαλισμός του "Εκατό χρόνια μοναξιά" δεν είναι επινόηση αλλά λογοτεχνική μετάπλαση - μεταγραφή σε άλλο επίπεδο - της ίδιας της ζωής του συγγραφέα και της μεγάλης οικογένειάς του.
Στα αποσμάτα του "έρωτα στα χρόνια της χολέρας" που παραθέτεις, με έκανες να θυμηθώ ξανά μερικές από τις πιο δυνατές αφηγηματικές σελίδες αυτού του εκπληκτικού λογοτέχνη. Πολύ σωστή και η επισήμανση πως ο Καπαμπλάνκα έχει περάσει στη μυθολογία των λατινοαμερικανών. Είναι πράγμα που έχω διαπιστώσει και η ίδια, όχι μόνο στην Κούβα, αλλά και στο Μεξικό. Άνθρωποι που μπορεί καν να μην ξέρουν σκάκι, ξέρουν το όνομα Καπαμπλάνκα, πως ήταν κάποιος "δικός" του πολύ μεγάλος μαιτρ του σκακιού σε κάποια μακρινά χρόνια. Και ναι, ό,τι περνάει στη σφαίρα του θρύλου παρουσιάζεται με πολλά ονόματα:
"είχε γίνει φωτογράφος παιδιών από ανάγκη και κατάφερε να γίνει ο πιο φημισμένος σ' όλη την επαρχία και πως είχε κερδίσει στο σκάκι κάποιον που εκείνη θυμόταν να λένε Τορεμολίνος, αλλά που στην πραγματικότητα ονομαζόταν Καπαμπλάνκα. «Βέβαια δεν ήταν παρά ένας δραπέτης από την Καγιένη, καταδικασμένος σε ισόβια για ένα τρομερό έγκλημα»" ----
Στο θέμα της μετάφρασης σκακιστικών όρων, εκτός από τα κομμάτια που γίνονται "πιόνια", παρατηρώ και το "παραδόθηκε" αντί για το σκακιστικότερο "εγκατέλειψε":
"αλλά έπαιζε απρόσεκτα, με τ' άσπρα πιόνια βέβαια, μέχρι που ανακάλυψε, πριν από εκείνη πως θα τον νικούσε σε τέσσερις κινήσεις και παραδόθηκε, χωρίς άλλη προσπάθεια."
Πάντως, θα συμφωνήσω με τον Schr. Cat πως οι ασήμαντες αυτές μεταφραστικές αδυναμιούλες σε ειδικό του ειδικού σημείο σε καμμία περίπτωση δεν αμαυρώνουν την ολοζώντανη και αξιολογότατη μετάφραση της Κλαίτης Σωτηριάδου.
Θα θέσω στην ομήγυρη ένα δικό μου κουίζ (είμαι σχεδόν βέβαιη ότι ο καλοπροαίρετος θα γνωρίζει την απάντηση):
Σε ποιό άλλο μεγάλο έργο της λογοτεχνίας του εικοστού αιώνα τριγυρίζει ο θάνατος στην πόλη με την μορφή επιδημίας χολέρας, ενώ το κεντρικό θέμα είναι ο ανομολόγητος έρωτας, όπως και στον "έρωτα στα χρόνια της χολέρας";
cdior na apantisw prin to kaloproaireto? O thanatos sti Venetia tou Tomas Mann (pou antitheta me ton geniko kanona exei ginei kai exairetiki tainia--- Visconti).
@ cdior, ανώνυμος: Θάνατος στη Βενετία, για την εποχή ήταν τολμηρό: ένας μεσήλικας ερωτεύεται ένα αγόρι, σχεδόν παιδί, στο ξενοδοχείο που παραθερίζει, στο μακρόστενο νησάκι του Λίντο, στη Βενετία ενώ η χολέρα διαλύει τη (μελαγχολική) πόλη.
Είναι πράγματι, από τις περιπτώσεις που η κάμερα του Βισκόντι στάθηκε άξια της νουβέλας. Η φωτογραφία και η ατμόσφαιρα της ταινίας δεν ξεφεύγουν εύκολα από τη μνήμη.
Άθλια ταινία!
Ο ερωτας στα χρονια της χολερας και τα 100 χρονια μοναξια ειναι σπουδαιοτατα λογοτεχνικα εργα διαχρονικα. Πολυ καλο το αφιερωμα σας για τις σκακιστικες αναφορες του Γκαμπριελ Γκαρσια Μαρκες. Ο συγραφεας ειναι τελειομανης ετσι οι σκακιστικες αναφορες εχουν πληρη αληθοφανεια δεν ξαφνιαζουν τον εμπειρο σκακιστη. Την ταινια την ειδα, οι εντυπωσεις μου δεν ειναι καθολοθ καλες, ο λογος ειναι πως το βιβλιο (οπως εγραψαν και αλλοι) ειναι αξεπεραστο.
Ο Schrondinger's Cat είναι υπαρκτό πρόσωπο;
Κάποιοι λένε πως δεν υπάρχει.
Δεν τον έχει δει ποτέ κανείς, δεν τον έχει ακουμπήσει ποτέ κανείς.
Κάποτε η μορφή του διεφάνη σε ένα ιερό σεντόνι στο Μιλάνο, αλλά και πάλι δεν ξέρουμε αν ήταν ο Schrondinger's Cat .
Κάποτε τον είδαν να περπατάει πάνω στα κύματα, σε μια ακτή της Αργεντινής, αλλά όταν τον πλησίασαν, η φιγούρα του εξαφανίστηκε.
Κάποτε τον είδαν (λένε) να σκαρφαλώνει σε ένα ηφαίστειο στην Ινδονησία, αλλά όταν του φώναξαν «Schrondinger's Cat» αυτός εξαϋλώθηκε.
Μια τσιγγάνα είδε το πρόσωπό του σε μια γυάλινη σφαίρα στην Σεβίλλη, αλλά κανείς δεν έμαθε ποτέ τις συνθήκες με τις οποίες η σφαίρα έσπασε σε αναρίθμητα κομματάκια...
Οι διηγήσεις για την ύπαρξή του κρατούν χρόνια και είναι διανθισμένες με αλλόκοτους θρύλους...
Εγώ πιστεύω πως δεν υπάρχει, όλα ανήκουν στη λαϊκή μυθολογία...
Μετανοείτε..
@Περίεργη Κίτρινη
Ανασκάλεψα φθαρμένους δερματόδετους και σιδηρόφραχτους τόμους σε ξεχασμένες βιβλιοθήκες, ξεδιάλεξα απόκρυφα κιτάπια αρχαίων σοφών γραμμένα σε αλλόκοτες γλώσσες, ρώτησα χιλιοχρονίτικους΄(ή μήπως άχρονους;) σαμάνους που κάπνιζαν κιφ και μονολογούσαν ατέρμονα, συντρόφεψα τις σκιές στο στερνό τους κρεβάτι να δω τι κρύβουν, καταδύθηκα σε θάλασσες πιο βαθιές κι από τον ορίζοντα, κοιμήθηκα στήν αγκαλιά της κουκουβάγιας (της βάγιας που τα ξέρει όλα), έξυσα τη σκουριά του χρόνου για να βρω τη σάρκα του όπου τα πάντα είναι γραμμένα. Μάταιος κόπος! Ο Γάτος του Σρέντιγκερ παρέμενε μια αφανής ύλη, μια σκιώδης ύπαρξη στα όρια της μεταφυσικής ονειροφανταξιάς.
Κι όταν απογοητεύτηκα, όταν πίστεψα ότι δεν είναι παρά ένα πλάσμα του ονείρου μου, τότε, εκεί, στη μέση του δρόμου, στη μέση του πλήθους, στη μέση του πάντα, τον είδα, συμπαγή, θαλερό, κρουστό και το χειρότερο: χαμογελαστό!
Και τότε κατάλαβα πως δε λογιούνται όνειρα, πως δεν υφίσταται η ανυπαρξία, πως όλα είναι οντότητες, απτά, αληθινά, όπως τα μάτια σου που τώρα διαβάζουν, που μετά θα κλείσουν και που πάντα θα υπάρχουν. Ναι, Περίεργη Κίτρινη, ο Σρέντιγκερ'ς Κάτ ζει ανάμεσά μας από τότε που γεννήθηκε ο χρόνος. Όπως κι εσύ. Όπως και η λαϊκή μυθολογία. Όλα. Εκτός από μένα.
ΥΓ. Μήπως πρέπει να μειώσω τις σαμπούκες;
Ο Γάτος του Σρέντιγκερ έχει την ικανότητα να υπάρχει όποτε θέλει να υπάρξει και αντιστρόφως. Εξαρτάται πώς θέλει να τον δει ο παρατηρητής. Αν θέλει να τον δει σαν απτή ύπαρξη (και τον παίρνει ας πούμε τηλέφωνο για να τον δει) τότε γίνεται ενέργεια και αερικό και ξεφεύγει. Αν θέλει να τον δει ως ενέργεια τότε ο Γάτος εμφανίζεται με σάρκα και οστά. Γιατί σε αντίθεση με τον νοητό Γάτο ενός υπαρκτού Σρέντινγκερ, έχουμε έναν απόλυτα νοήμονα και πονηρό Γάτο που κινεί τα νήματα του πειράματος όπως θέλει αυτός. Κι ο Σρέντιγκερ έχει βυθιστεί στην ανυπαρξία προ πολλού.
Ο γατος του Στρεντιγκερ οπως γνωριζουν οι κβαντομηχανικοι-και οχι μονο-ειναι υπαρκτος μονο που δεν γνωριζουμε αν ειναι ζωντανος ή πεθαμενος.Ο δικος μας γατος με το ονομα του θυμιζει τον αναγνωστη που ζει σε κατασταση Θανατου μεχρι να συναντησει το κειμενο.Το θεωρημα ισχυει κι αντιστοφα.
Καλησπέρα κι από εμένα. Μόλις ανακάλυψα το μπλογκ σου που το βρήκα τρομερά ενδιαφέρον και αμέσως έπεσα πάνω σε αναφορά στο αγαπημένο μου βιβλίο! Χρέος μου, λοιπόν, να πω κι εγώ δυο λόγια!
Το ένα από τα δυο θα αναφερθεί στα Εκατό χρόνια μοναξιάς, τα οποία πιστεύω πως δεν αγγίζουν την τελειότητα του Έρωτα στα χρόνια της χολέρας, ενός οδοιπορικού στο χάος του πραγματικού κόσμου με πυξίδα τον έρωτα. Ο ρομαντικός ρεαλισμός του Μάρκες στο συγκεκριμένο έργο πιστεύω πως είναι το σήμα κατατεθέν της βιβλιογραφίας του.
Θέλοντας να ενθαρρύνω το συνδυασμό αυτό έργου τέχνης και σκακιστικής παρουσίας θα πρότεινα ένα άρθρο για το Code Geass, ένα ιαπωνικό anime με μεγάλο σεναριακό και οπτικό ενδιαφέρον, κάθε επεισόδιο του οποίου αποτελεί μία σκακιστική κίνηση μέχρι το...ματ.
η ποιότητα αυτής της δημοσίευσης και των σχολίων μαζί, είναι το εξαίσιο παράδειγμα του πως μπορεί να είναι και που μπορεί να φτάσει το διαδίκτυο , η επικοινωνία και όλη αυτή η ιστορία των μπλογκ που έχουν καταχραστεί και οικειοποιούνται διάφοροι ματαιόδοξοι, και με απώτερο σκοπό κινούμενοι δημοσιογραφίσκοι και δικτατορίσκοι..υποκλίνομαι..
- για την ουσία της δημοσίευσης δεν έχω να γράψω τίποτα γιατί με γέμισαν τόσο πολύ αυτά που διάβασα, που έπρεπε να περάσει μία μέρα και κάτι για να γράψω αυτή την 'άσχετη' παρατήρηση που σημείωσα παραπάνω..με αγάπη..
Δημοσίευση σχολίου