Τετάρτη 16 Ιανουαρίου 2008

Γιάννης Ταμτάκος 1908-2008


Δεν μπορεί, κάπου θα συναντήσει ο μικρασιάτης μπαρμπα-Γιάννης τον ινδιάνο γερο-Αντόνιο, να συζητήσουν για τη ζωή και το θάνατο.
Γεννήθηκε το 1908 στη Φώκαια της Μ. Ασίας. Προσφυγάκι το 1914, επιστρέφει το 1919 στην πόλη που γεννήθηκε για να την αφήσει οριστικά το 1922.
Το 1924 εντάσσεται στην κίνηση των αρχειομαρξιστών και δραστηριοποιείται στο συνδικαλιστικό κίνημα μέσα από τα δυναμικά σωματεία των τσαγκαράδων και, αργότερα, των ανέργων. Συμμετέχει στα γεγονότα του 1931 στη Θεσσαλονίκη και στις συμπλοκές στο Σιντριβάνι πυροβολείται από αστυνομικό στο μάγουλο. Το 1932 γνωρίζεται με τον Άγι Στίνα (Σπύρο Πρίφτη) και το 1934 περνάει στον τροτσκισμό. Πρωτεργάτης στην εργατική εξέγερση το Μάη του 1936 στη Θεσσαλονίκη που πυροδοτείται από τη μεγάλη απεργία των καπνεργατών, ζει μαζί με τους χιλιάδες εξεγερμένους την κατάπνιξή της.
Το 1937 πηγαίνει εξόριστος στη Γαύδο, όπου και παραμένει μέχρι το 1941. Στη συνέχεια μεταφέρεται στο Τμήμα Μεταγωγών του Πειραιά, όπου συνδέεται ξανά με το Στίνα, το Βουρσούκη και τους υπόλοιπους της ομάδας των ντεφαιτιστών, οι οποίοι κατά τη διάρκεια της Κατοχής ακολουθούν διεθνιστική στάση κάνοντας προπαγάνδα ενάντια στον πόλεμο και αρνούμενοι να ενταχθούν στο ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, το οποίο θεωρούν εθνικιστικό και αντεπαναστατικό. Για τη στάση τους αυτή θα κυνηγηθούν τόσο από τους Γερμανούς και τους χίτες, όσο και από τους σταλινικούς της ΟΠΛΑ.
Από το 1942 θα συνδεθεί με τον Κορνήλιο Καστοριάδη, τις θέσεις του οποίου θα υιοθετήσει σχετικά με τη γραφειοκρατικοποίηση των ΚΚ, θέσεις που το 1947 θα τον οδηγήσουν στην οριστική απομάκρυνσή του από τον τροτσκισμό και την προσέγγιση της αντιεξουσιαστικής κοσμοαντίληψης.
Το 1951 φεύγει με πρόσκληση να εργαστεί στην Αυστραλία, από όπου επιστρέφει οριστικά το 1966. Πέθανε στις 4 Ιανουαρίου του 2008, λίγο πριν συμπληρώσει τα 100 του χρόνια.

..."Πώς σε λένε;". Είπα το ψευδώνυμό μου -Γιάννης Καζάκος. Αυτός ο χαφιές ο νοματάρχης κρατούσε το πιστόλι, με χτυπάει με την κάνη και μου λέει συγκεκριμένα τη φράση: "Γαμώ τον Στάλιν σου!". Που να ήξερε... Εμένα με πήραν τα αίματα. Αυτοί οι δύο ήτανε άνθρωποι του Δάγκουλα, μία συμμορία παρακρατικών που δρούσε εδώ στη Θεσσαλονίκη και συνεργαζόταν με την αστυνομία. "Τι ήρθες εδώ να κάνεις;". Εγώ είχα κι ένα κουστούμι παλιό και έκανα ότι είχα πάει να το γυρίσω ανάποδα, να μου το διορθώσει ο ράφτης. Τι να πω, ότι είχαμε συνάντηση του πυρήνα; Όλα τα στοιχεία τα είχαμε κρύψει στα κάρβουνα, γιατί παίρναμε μέτρα προφύλαξης -μην ξεχνάμε ότι ήμασταν στην παρανομία. Μας κάνουνε έρευνα και με κατεβάζουν κάτω που ήταν το κατάστημα, κατεβαίνει κι ένας μαζί μου και με φυλάει με το πιστόλι, ήταν και λίγο αλλήθωρος, δεν έβλεπε πολύ καλά...

...Δεν υπήρξα θεωρητικός. Ήμουν ένας εργάτης του δρόμου κι έπαιρνα μέρος στις εκδηλώσεις του εργατικού κινήματος. Δεν είμαι ο θεωρητικός, όπως είπα γιατί ο καπιταλισμός δεν με άφησε να βγάλω το σχολείο είμαι προσφυγόπουλο από το 1914, γεννηθείς το 1908 και πήρα μέρος σε όλους τους απεργιακούς αγώνες στη Θεσσαλονίκη. Η Θεσσαλονίκη ήταν μια διεθνής πόλη. Ακόμα όταν έφτασα το 1914 στη Θεσσαλονίκη ήμουν πεντέμισι ή έξι χρονών. Η Θεσσαλονίκη απελευθερώθηκε το 1912. Εγώ πήγα το 1914 διωγμένος από τη Μικρά Ασία απ’ τον πρώτο πόλεμο. Ακόμα ζούσε η πνοή του Μπεναρόγια. Η Θεσσαλονίκη ήταν μια διεθνής πόλη. Εβραίοι, Τούρκοι, Έλληνες. Ο δήμαρχος ακόμα Τούρκος και όλοι να πούμε αγωνιζόντουσαν για τα ζητήματα.

...Εγώ τότες μικρό παιδάκι, λούστρος, πήγα και σε μια πρωτομαγιά το 1918, ένα χρόνο μετά τη ρωσική επανάσταση, αλλά δεν είχα πολιτικές ιδέες. Ήμουν ένα ξυπόλυτο προσφυγάκι και πουλούσα λουκούμι και νερό μια δεκάρα και τα δυο. Έτσι πήγα στην Πρωτομαγιά, γιατί τότες η Πρωτομαγιά είχε γίνει σ΄ ένα κέντρο κοντά στο νεκροταφείο της Βαγγελίστρας και είχε γίνει μια Πρωτομαγιά αγωνιστική, γιατί τότες η Θεσσαλονίκη ήταν ένα κέντρο επεξεργασίας του καπνού και δούλευαν αρκετοί πρόσφυγες και προσφυγοπούλες.
Ετότες τα τσιγάρα γινόντουσαν χειροποίητα και τα κόβανε μ’ ένα ψαλίδι, δεν είχαν μπει οι μηχανές. Τότες είχε μπει και το πρόβλημα να σπάσουν τις μηχανές οι εργάτες γιατί αντικαθιστούσαν τα χέρια, αλλά φυσικά εμείς λέγαμε ότι οι μηχανές δεν πρέπει να σπάσουν, δηλαδή η προοδευτική μερίδα έλεγε ότι οι μηχανές πρέπει να εργάζονται προς όφελος των εργαζομένων. Κάτω από αυτές τις συνθήκες λοιπόν και διωγμένος δυο φορές απ’ το χωριό μου, απ’ τη Μικρά Ασία, που σχεδόν οι μισοί έχουν κρεουργηθεί να πούμε από τους αλλεπάλληλους πολέμους που γίνονται.

...Δεν έμαθα γράμματα. Είναι ζήτημα αν έβγαλα το δημοτικό, πήγα μέχρι την Πέμπτη δημοτικού και ο πατέρας μου αντί για χαρτοφύλακα μου έφερε ένα λουστράκι γιατί η οικογένειά μου ήταν πολυμελής και δεν μπορούσε να μας ζήσει. Ήθελε να μας μοιράσει, να μας δώσει ψυχοπαίδια που λέγανε την εποχή εκείνη. Εν πάση περιπτώσει δεν μας μοίρασε και κάναμε διάφορες δουλειές. Με πήγε η μητέρα μου σε ένα φαρμακείο να εργαστώ και λεει «πάρτε το αυτό το παιδάκι, το μαζέψαμε από τους δρόμους» Και λεει «αυτό πρέπει να το βάλουμε και να κατουράει κιόλας». «Όχι» λεει «αυτός είναι διάολος!» Καθότανε του φαρμακοποιοί η γυναίκα στον τρίτο όροφο, ασανσέρ δεν υπήρχαν τότε το 1914 και όταν φώναζε η γυναίκα του πάρε αλάτι και αλεύρι μου τα έδινε εμένα και σκαρφάλωνα επάνω και έπαθα και μια καζούρα μια φορά, αφού καθάριζα στο φαρμακείο και ξεσκόνιζα με το πούπουλο αυτός μιλούσε με τους γιατρούς και μου λεει «Γιάννη, σκούπισες;» «Σκούπισα» «Καθάρισες;» «Καθάρισα» «Πήγαινε πάνω στην κυρία να της πεις είμαι ο Γιάννης ο φωστήρας». Εγώ δεν ήξερα τι θα πει φωστήρας. Επήγαινα λοιπόν επάνω στην κύρια και της έλεγα «Με `στειλε ο κύριος να σας πω είμαι ο Γιάννης ο Φωστήρας» Με χάιδευε και μου δινε κανένα κουλουράκι για να με κρατήσει καμιά ώρα, να με απασχολήσει δηλαδή. Έτσι μ΄ αυτές τις συνθήκες μεγαλώσαμε μέσα στη βιοπάλη, τη μιζέρια, γιατί η οικογένειά μας ήτανε εφταμελής, είχε εφτά παιδιά η μάνα μου.

...Στο δεύτερο διωγμό για να γλιτώσουμε το μαχαίρι των Τούρκων πέσαμε μέσα στη θάλασσα. Στα παράλια της Μικράς Ασίας είναι οι Παλαιές Φωκαιές, στην είσοδο του λιμανιού της Σμύρνης. Και το πλοίο ήταν φορτωμένο από καρβουνόσκονη και έβγαλε το βρεγμένο μισοφόρι η γυναίκα, η μητέρα μου και το άπλωσε απάνω στην καρβουνόσκονη. Εφτά παιδιά είχε. Κι ο πατέρας μου έκλαιγε, ήταν λιμενεργάτης στις αλυκές κι έλεγε δεν μπορώ να τα ζήσω τα παιδιά αυτά πρέπει να τα δώσουμε. Η μάνα μου έλεγε η φουκαριάρα δεν τα δίνω τα παιδιά μου, δεν τα πουλάω τα παιδιά μου, θα πάω να ξενοδουλέψω για να τα ζήσομε. Έτσι μεγαλώσαμε με ελιά και κρεμμύδι. Και λεω σε μια αδερφή μου που είναι 97 98 χρονώ της λεω κουράγιο αδερφή μου, γιατί η βασιλομήτωρ είχε του πουλιού το γάλα κι έφτασε 101 χρονώ. Εμείς θα την περάσουμε με κρεμμύδι κι ελιά. Αντίς για σχολείο ο πατέρας μας σου πα μας έφερε ένα λουστράκι. Έλεγα, κύριε να γυαλίσομε τα παπούτσια, μου λέγανε γυάλισε τα μούτρα σου βρε, δεν είχανε εμπιστοσύνη, σου λέγανε αυτό το παιδάκι να πούμε θα μας λερώσει και τις κάλτσες. Τέλος πάντων έτσι μεγαλώσαμε και γι΄ αυτό ήμασταν τριμμένοι και μπήκαμε μέσα στο κίνημα.

...Σου λέω προπαγανδίστηκα με μια μπροσουρίτσα το «Προς τους Νέους», μ’ άρπαξε κι έπεσα με τα μούτρα μέσα στο κίνημα από 16 χρονώ. Τώρα για να μη σας κουράσω πολύ για τα προσωπικά μου ζητήματα να σας πω για τα γεγονότα της 9ης Μαΐου στη Θεσσαλονίκη στα οποία ήμουν κι εγώ κατηγορούμενος και πρωτοστατήσαμε. Ήμασταν τότε τροτσκιστές, αλλά δεν έχει σημασία. Σημασία είχε τι θέση παίρναμε. Πρέπει να συνειδητοποιήσετε τις αντικειμενικές συνθήκες που υπήρχαν τότες. Όταν ο Χίτλερ ανέβηκε στην εξουσία με την αξιοθρήνητη πολιτική της Σταλινικής Διεθνούς, αρνούνταν το ενιαίο μέτωπο με τη σοσιαλδημοκρατία για την εμπόδιση του Χίτλερ επάνω στην εξουσία. Αλλά οι γερμανοί εργάτες επίστευαν στους αρχηγούς τους παρόλο που οι αρχηγοί τους ίσως είχαν μεγαλύτερη συγγένεια με το φασισμό. Αλλά έπρεπε να γίνει το ενιαίο αντιφασιστικό μέτωπο, βάσει του συνεδρίου της Β΄ Συνδικαλιστικής Διεθνούς, για την εμπόδιση της ανόδου του φασισμού στη Γερμανία. Οι Σταλινικοί είχαν τότες τη θεωρία του πανφασισμού. Όλους τους Σοσιαλδημοκράτες τους αποκαλούσαν σοσιαλφασίστες, τους τροτσκιστές τροτσκιστοφασίστες, όλους εκτός από αυτούς τους θεωρούσαν φασίστες και αρνήθηκαν το ενιαίο μέτωπο. Τότες η σοσιαλδημοκρατία έπαιρνε δεκάμισι εκατομμύρια ψήφους, το κομμουνιστικό κόμμα, το σταλινικό έπαιρνε τριάμισι εκατομμύρια ψήφους και ο Χίτλερ έπαιρνε μόνο ένα εκατομμύριο. Αντί να κάνουν το ενιαίο μέτωπο να εμποδίσουν την άνοδο του φασισμού, δεν το κάνανε γιατί λέγανε ότι σοσιαλδημοκράτες και φασίστες είναι το ίδιο νόμισμα με δύο όψεις και έτσι βρήκε την ευκαιρία και καβάλησε ο Χίτλερ στην εξουσία...

... Σας είπα δεν είμαι θεωρητικός πρακτικά τα ξέρω αυτά τα πράγματα και ευχαριστώ που με ακούσατε και εύχομαι να ασπαστείτε κι εσείς την άποψη, μου έλεγε ένας εσύ τι ψηφίζεις; εγώ δεν ψηφίζω, μουντζώνω. Τι να ψηφίσεις δηλαδή; Τους σοσιαλανθρώπους του ΠΑΣΟΚ; Να τον μοιάσουν τον αρχηγό τους, να γίνουν κι αυτοί ριψάσπιδοι όπως ήταν ο αρχηγός τους. Αυτά αγαπητοί φίλοι, με συγχωρείτε αν τα είπα λίγο απλά και καυτερά. Σας είπα εγώ δεν ήμουν θεωρητικός ήμουν απλός εργάτης. Mην με παρεξηγείτε που τα είπα λίγο χοντρά...

7 σχόλια:

Inspirus είπε...

Μια ενδιαφέρουσα μαρτυρία (το κείμενο είναι πρόσφατο, υποθέτω) από έναν άνθρωπο που πέρασε άπειρες δυσκολίες στη ζωή του...
Ας είναι αναπαυμένος!

Ανώνυμος είπε...

Κατήγγειλαν το ΕΑΜ για εθνικιστικό λέει και δεν συμμετείχαν.. Να θυμήσω επίσης ότι οι Στίνας, Γιωτόπουλος έστειλαν και συγχαρητήρια επιστολή στον Εθνικό Στρατό μετά την νίκη του στο Γράμμο.(ο Τσακαλώτος μάλλον ήταν ..πιο διεθνιστής).
Επίσης τα ξερονήσια κι οι φυλακές δεν τους γνώρισαν τους κυρίους από το '49 ως το '67.
Καλές οι μυθολογίες, ακόμα καλύτερη η αλήθεια

Ανώνυμος είπε...

Θυμάμαι τον Ταμτάκο, δεκαετία του 80, σε κάποιες συνελεύσεις και πορείες (Καλτεζάς κλπ.). Και να διαφωνεί κάποιος μαζί του δεν μπορεί να μην του αναγνωρίσει την συνέπεια του σε αυτά που πιστεύει.
Όσο για το φίλο reimieto cinqo δεν πρέπει να ξεχνάει την εποχή και τις συνθήκες. Ο Στίνας, Ο Ταμτάκος, ο Γιωτόπουλος ήταν από τους λίγους που γλίτωσαν από το κυνήγι της δεκαετίας του 40, όπου οι αρχειομαρξιστές και οι τροτσκιστές κυριολεκτικά αποδεκατίστηκαν κυνηγημένοι και από τους δύο.

Schrödinger's Cat είπε...

Ένα σημαντικό μέρος των Ελλήνων τροτσκιστών θεωρούσε ότι ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος ήταν ιμπεριαλιστικός . Ακριβώς , όπως ο Πρώτος . Ο κύριος πολιτικός στόχος των κομμουνιστών στον πόλεμο αυτό , δεν είναι ο εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας , σύμφωνα με τους τροτσκιστές αυτούς , αλλά η προσπάθεια συναδέλφωσης των Ελλήνων εργατών με τους στρατιώτες των κατοχικών δυνάμεων και η μετατροπή του ιμπεριαλιστικού πολέμου σε εμφύλιο . Δηλαδή πιστή μεταφορά των λενινιστικών θέσεων στις συνθήκες του αντιφασιστικού αγώνα , στον Δεύτερο Παγκόσμιο . Ουσιαστικά , ΑΡΕΣ , ΜΑΡΕΣ , ΚΟΥΚΟΥΝΑΡΕΣ .

Οι τροτσκιστές (όχι όλοι) και οι αρχειομαρξιστές δεν έκαναν αντίσταση . Πολλές φορές όμως , ασκούσαν τον λεγόμενο εισοδισμό. Γίνονταν μέλη του ΚΚΕ και προσπαθούσαν μέσα από τοι κόμμα να επιβληθούν . Άλλες φορές συνεργάσθηκαν ανοιχτά με τους Ναζί ή με στελέχη των κατοχικών κυβερνήσεων . Τραγική περίπτωση (η οποία είχε και θύματα αθώους) , ήταν οι αρχειομαρξιστές της πόλης του Αγρινίου , που πέρασαν σε ανοιχτή συνδιαλλαγή με τους Ναζί .

Η στάση αυτή των αρχειομαρξιστών απέναντι στον πολεμο, η άρνηση του πατριωτικού χαρακτήρα του και τελικά η συνδιαλλαγή τους με τους κατακτητές και τους αστούς θα μπορούσε να είναι και μια -ψυχολογική- εξήγηση για την εμπλοκή των επιγόνων τους με τις ενοπλες οργανώσεις της μεταπολίτευσης στην ελλάδα. Τύψεις και ανάγκη για δικαίωση.

Είναι λίγο πρόχειρα διατυπωμένο, αλλά η σκέψη αυτή μου γεννήθηκε όταν μαθεύτηκε η 'συμμετοχή' του υιού Γιωτόπουλου στη 17Ν. Τη θεώρησα δηλαδή "πατροκτονία" με ψυχαναλυτική ερμηνεία.

Ο Ταμτάκος πρέπει να διαχωριστεί από αυτό το ρεύμα, με την έννοια, ότι δεν υπάρχει το παραμικρό στοιχείο ότι συνεργάστηκε με κανέναν κατακτητή (αντιθέτως κυνηγήθηκε) και μέχρι το τέλος της ζωής του, υπέργηρος, έδινε τη δική του πολιτική μάχη (που όσες πολιτικές διαφωνίες να έχει κανείς) που την έδινε με απαράμιλλη τιμιότητα και συνέπεια.

Ανώνυμος είπε...

Ο Ταμτακος ηταν μυθικη φιγουρα της πολης μας, της Θεσσαλονικης. Με καταπληκτικη διαυγεια μεχρι τα 100 του εβλεπε τα πραγματα με τον δικο του τροπο που ολοι οι υπολοιποι, ακομη και αυτοι που υποτιθεται κινιουνταν σε πολιτικους χωρους εντελως συγγενεις δεν μπορουσαν να κατανοησουν. Ειχε παρει διαζυγιο με τον τροτσκισμο 60 χρονια. Ελεγε δεκαεφταχρονα αγορακια και κοριτσακια πολυ τρυφερα συντροφε και συντροφισα. Αναθεμα αν αυτα καταλαβουν ποτε το βαρος αυτης της προσφωνησης απο ανθρωπο ζωντανη-ιστορια.

Ανώνυμος είπε...

Ο Ταμτάκος ήταν σύμβολο. Συμφωνώ απόλυτα με την παρέμβαση του gantoniadi. Η συνέπειά του ήταν παροιμιώδης.

Ανώνυμος είπε...

Συγχαριτήρια (με πολύ μεγάλη καθυστέρηση) στο Γάτο - που θυμήθηκε το μπάρμπα-Γιάννη στο θάνατό του.
Και με την ευκαιρία, για το ψέμα που γράφει ο regimiento cinqo (πολύ συνηθισμένο, φαίνεται, στους σταλινικούς και στους εθνοσταλινικούς κύκλους):
Ούτε ο Στίνας ούτε βέβαια ο Ταμτάκος υποστήριξαν ποτέ τον "Εθνικό Στρατό". Αυτό ισχύει μόνο για το Γιωτόπουλο πατέρα.
Οποιοσδήποτε καλόπιστος μπορεί να διαβάσει στις "Αναμνήσεις" του Στίνα (εκδ. Ύψιλον 1985, σελ. 467-8) τα περιφρονητικά λόγια με τα οποία ο Στίνας αναφέρεται σ' αυτή τη στάση του Γιωτόπουλου.