Μια νέα συνεργασία του φίλου του blog που υπογράφει με το ψευδώνυμο «καλοπροαίρετος», τον οποίο ευχαριστούμε:
Η τεχνική Wall of Sound του Phil Spector και το Be my baby των Ronettes
Κατά καιρούς εμφανίζονται, κυρίως στις ΗΠΑ, μουσικά συγκροτήματα με μέλη αποκλειστικά κοπέλλες (girl groups [1] ). Ηδη από τη δεκαετία του ’30 και για όλη τη δεκαετία του ’40 υπήρχαν οι Andrews Sisters. Τη δεκαετία του ’50 υπήρχαν οι Chordettes (Mr. Sandman, 1954, Lollipop, 1958). Πιο πρόσφατα παραδείγματα οι Spice Girls και οι Bananarama. Στην Ελλάδα πρόσκαιρη επιτυχία είχαν τα Κακά Κορίτσια και οι Hi-5.
Η ακμή των girl groups ήταν το πρώτο μισό της δεκαετίας του ’60, οπότε εμφανίστηκαν στις ΗΠΑ κατά δεκάδες, με γνωστότερα τις Shirelles (Will you still love me tomorrow, 1960), τις Marvelettes (Please Mr. Postman, 1961), τις Chiffons (He’s so fine, 1963, ταυτοτικό στα πρώτα μέτρα της εισαγωγής με το My sweet Lord του George Harrison, 1971), και κυρίως τις Supremes (Stop! in the name of love, 1965), με βασική τραγουδίστρια την Diana Ross.
Ομως, το girl group που έβγαλε τη μεγαλύτερη επιτυχία και είχε την καλύτερη τραγουδίστρια, ήταν αναμφισβήτητα οι Ronettes από τη Νέα Υόρκη. Απαρτιζόταν από τη βασική τραγουδίστρια Veronica Bennett (μετέπειτα Ronnie Spector, 1943- ), την αδελφή της Estelle Bennett (1941- [2] ) και την εξαδέλφη τους Nedra Talley (1946- ). Δημιουργήθηκαν το 1959, αρχικά ως Darling Sisters. Ακμασαν ως Ronettes (μεταβατικό όνομα Ronnie & the Relatives) μεταξύ 1963 και 1966. Από αριστερά, η Nedra, η Ronnie και η Estelle.
Συνεργάστηκαν με τον μουσικό παραγωγό Phil Spector (1939- ), με τον οποίο μάλιστα η Ronnie συνδέθηκε. Παντρεύτηκαν το 1968, χώρισαν το 1973 και πήραν διαζύγιο το 1974. Η Ronnie κράτησε το επώνυμο για επαγγελματικούς λόγους.
Η μεγαλύτερη επιτυχία τους ήταν το Be my baby (1963) [3]. Στον κατάλογο The 500 Greatest Songs of All Time του περιοδικού Rolling Stone είναι #22, ενώ ο Brian Wilson των Beach Boys το θεωρούσε το καλύτερο ποπ τραγούδι όλων των εποχών [4] , [5].
Το εξώφυλλο από το πρώτο τους 33ρι, Presenting the fabulous Ronettes featuring Veronica. Κυκλοφόρησε το 1964. Η μεγαλύτερή τους επιτυχία, Be my baby (κυκλοφορούσε ήδη σε 45ρι από την προηγούμενη χρονιά), είναι το πρώτο κομμάτι της δεύτερης πλευράς.
Αυτό το 33ρι δεν κυκλοφόρησε ποτέ σε CD. Είναι πλέον συλλεκτικό και αποτιμάται σε αρκετές εκατοντάδες δολλάρια. Από αριστερά, η Estelle, η Ronnie και η Nedra, όλες με τη χαρακτηριστική «κόμμωση – σφηκοφωλιά» της εποχής.
To 1964 περιόδευσαν μαζί με τους Rolling Stones στην Αγγλία (λέγεται ότι η Ronnie είχε τότε ένα αίσθημα με τον Keith Richards) και το καλοκαίρι του 1966 μαζί με τους Beatles στις ΗΠΑ και τον Καναδά. Οι Ronettes περιελήφθησαν στο The Vocal Group Hall of Fame το 2004 και στο The Rock and Roll Hall of Fame το 2007. Το μεγάλο όπλο των Ronettes ήταν η ζεστή και φωτεινή φωνή της Ronnie, πιο πλούσια από της σύγχρονής της Diana Ross των Supremes. Πιθανόν συνετέλεσε και η εμφάνιση των κοριτσιών (η Nedra είχε περισσότερους θαυμαστές ίσως ακόμα και από την πιο προβεβλημένη, ως βασική τραγουδίστρια, Ronnie), ακόμα και οι σχετικά προχωρημένες για τα δεδομένα της εποχής ενδυματολογία και κινησιολογία τους. Όμως, καίριο ρόλο έπαιξε η παραγωγή του Spector.
Το Be my baby, μαζί με το «blue-eyed soul» [6] You’ve lost that lovin’ feelin’ (1965) των Righteous Brothers, είναι τα πιο αντιπροσωπευτικά δείγματα της τεχνικής του «ηχητικού τοίχου» (wall of sound) που επινόησε και εφάρμοσε ο Spector. Ηχογραφούσε πολλά όργανα, συνήθως συμφωνικά έγχορδα και πνευστά, που έπαιζαν σε ταυτοφωνία και τα διπλασίαζε και τριπλασίαζε σε αλλεπάλληλα στρώματα. Ανάλογη τεχνική χρησιμοποιούσε για τα δεύτερα φωνητικά (π.χ., στο Be my baby δεύτερα φωνητικά κάνουν η Darlene Love and the Blossoms -άλλο girl group της εποχής-, η 17χρονη τότε Cher, αλλά και η ίδια η Ronnie, πολλαπλασιασμένα ώστε να προκύψουν 20-25 φωνές [7] ). Ο ήχος εγγραφόταν αρχικά στο στούντιο ηχογράφησης από μικρόφωνα και μεταφερόταν σε έναν υπόγειο χώρο εξοπλισμένο με μεγάφωνα και μικρόφωνα που χρησίμευε ως «θάλαμος αντήχησης». Μεταδιδόταν από τα μεγάφωνα του θαλάμου, αντηχούσε στους τοίχους του και ξαναεγγραφόταν από τα μικρόφωνα του θαλάμου, εμπλουτισμένος με ηχώ και βάθος. Τέλος, μεταφερόταν πίσω στο στούντιο, όπου εγγραφόταν σε μαγνητοταινία. Προέκυπτε έτσι ένας πλούσιος και σύνθετος ήχος με σπάνιο βάθος για ηχογραφήσεις mono και αναπαραγόταν πολύ καλά στα ραδιόφωνα ΑΜ της εποχής (δεν υπήρχαν ακόμα τα FM) και τα τζουκ μποξ, δίνοντας συμφωνική αίσθηση. Ο ίδιος ο Spector αναφερόταν στην τεχνική του ως «βαγκνερική προσέγγιση στο ροκ εντ ρολλ» και στο αποτέλεσμα ως «μικρές συμφωνίες για τα παιδιά» [8].
Η μετέπειτα επεξεργασία των mono ηχογραφήσεων του Spector σε stereo, ήδη από τη δεκαετία του ’60, απλώς έσπαγε τον ηχητικό τοίχο σε δύο «ημιτοίχους» και η μουσική έχανε σε βάθος και εντύπωση. Αυτό φαίνεται και στο ίδιο το Be my baby, που πρωτοκυκλοφόρησε σε 45ρι σε mono ηχογράφηση και στο 33ρι Presenting the fabulous Ronettes featuring Veronica λίγους μήνες μετά σε stereo.
Πριν πάρει υπό την προστασία του, το 1963, τις Ronettes (διαβλέποντας το ταλέντο τους, αλλά και έχοντας αισθηματικές βλέψεις για τη νόστιμη Ronnie), ο Spector προωθούσε άλλο girl group, τις Crystals (Da doo ron ron, 1963). Το 1966 τις παραγκώνισε προς όφελος των Ike και Tina Turner, με γνωστότερο αποτέλεσμα της συνεργασίας τους το, θεωρούμενο από τον Spector ως κορυφαίο δημιούργημά του, River deep - mountain high, 1966, που η παραγωγή του κόστισε το ανήκουστο για την εποχή ποσό των 22.000 δολλαρίων.
Μετά το 1966, οι Ronettes, χωρίς την υποστήριξη του Spector, αλλά και με φθίνον το ενδιαφέρον του κοινού για τα girl groups, εκτοπίστηκαν από τη «βρεταννική εισβολή» (όπως και οι περισσότεροι αμερικανοί καλλιτέχνες, εκτός από τον Elvis Presley, τις Supremes, τον Roy Orbison και ελάχιστους άλλους), με αιχμή τους Beatles, και τελικά διαλύθηκαν.
Η Ronnie συνέχισε να τραγουδά και μετά τη διάλυση των Ronettes, αρχικά με άλλους και στη συνέχεια σόλο. Ηχογράφησε και σόλο άλμπουμς· ειδικά το Siren (1980) είχε και σχετική επιτυχία. Ξαναπαντρεύτηκε, μένει στο Κοννέκτικατ και συνεχίζει να εμφανίζεται σποραδικά. Απολαμβάνει της εκτίμησης των ανθρώπων της μουσικής βιομηχανίας εξαιτίας του ταλέντου της, του ευχάριστου χαρακτήρα της και της προθυμίας της για συνεργασία.
Το 1990 κυκλοφόρησε, με πρόλογο της Cher και εισαγωγή του Billy Joel, η βιογραφία της με τίτλο Be My Baby : How I survived mascara, miniskirts and madness, or My life as a fabulous Ronette.
Το Be my baby [9] είναι ίσως το πιο γνωστό τραγούδι που δεν έφτασε ποτέ στο #1 (έφτασε στο #2 στις ΗΠΑ και στο #4 στην Αγγλία). Όταν πρωτοκυκλοφόρησε το Be my baby, η Ronnie πρόβλεψε : "Αυτό το τραγούδι θα ακούγεται πολύ μετά τον θάνατό μας. Μακάβριο αλλά αληθινό".
Πέρασαν ήδη 44 χρόνια· η καταιγιστική εισαγωγή των ντραμς, η συμφωνική αίσθηση των πνευστών στη γέφυρα πριν την τελευταία επανάληψη, τα whoh-oh-oh της Ronnie και τα doo-wop της Estelle και της Nedra ακούγονται το ίδιο αισιόδοξα και δροσερά όπως τότε.
Μπορείτε να δείτε τις Ronettes να τραγουδούν το Be my baby σε ζωντανές εμφανίσεις γύρω στο 1963 εδώ (κάτω από τα χειροκροτήματα ακούγεται και η φημισμένη κροταλιστική εισαγωγή που πολλοί μιμήθηκαν αργότερα) και το 1965 εδώ (χαριτωμένες οι ελαφρές γονυκλισίες της, 22χρονης τότε, Ronnie στο 0.59 και στο 1.47· σαν να αποδέχεται πρόταση χορού).
Πηγές :
Διάφορα άρθρα της Wikipedia
Η ιστοσελίδα της Ronnie Spector
Rock and Roll Hall of Fame
Vocal Group Hall of Fame
All Music Guide (AMG)
mp3.com
[1] Girl group νοείται ένα συγκρότημα που απαρτίζεται αποκλειστικά από κορίτσια. Στην πολύ σπάνια περίπτωση που τα κορίτσια συνθέτουν και παίζουν οι ίδιες τα τραγούδια τους, τότε μιλάμε για girl band. Η πιο γνωστή girl band είναι η The Go-Go’s (We got the beat, 1982), με βασική τραγουδίστρια τη Belinda Carlisle, που ακολούθησε μετά σόλο καριέρα (Heaven is a place on earth, 1987, La luna, 1989).
[2] Ολες οι πηγές, πλην του rockhall.com, αναγράφουν ως έτος γέννησης 1944. Στη βιογραφία της, η Ronnie γράφει ότι η Estelle ήταν δύο χρόνια μεγαλύτερή της. Ακολουθώ τη Ronnie.
[3] Αλλες, μικρότερες, επιτυχίες τους : Baby I love you (#24 στις ΗΠΑ), (The best part of) Breaking up (#39 στις ΗΠΑ), (Walking) In the rain (#23 στις ΗΠΑ), Do I love you? (#34 στις ΗΠΑ).
[4] Τα ακριβή λόγια του Brian Wilson στην ειδική έκδοση του περιοδικού Q για τα 1.001 καλύτερα τραγούδια όλων των εποχών (Νοέμβριος 2003) : "This is a special one for me. What a great sound, the Wall of Sound. Boy, first heard this on the car radio and I had to pull off the road, I couldn't believe it. The choruses blew me away; the strings are the melody of love. It has the promise to make the world better."
[5] O Brian Wilson μάλιστα έγραψε σαν απάντηση στο Be my baby το τραγούδι Don't worry baby και πρότεινε στον Spector να το τραγουδήσουν οι Ronettes. Ο Spector αρνήθηκε. Το Don’t worry baby έγινε τελικά μεγάλη επιτυχία από τους ίδιους τους Beach Boys.
[6] Οι όροι blue-eyed soul και white soul πρωτοχρησιμοποιήθηκαν τη δεκαετία του ’60 για να περιγράψουν λευκούς τραγουδιστές που το στυλ ερμηνείας τους ομοίαζε με των μαύρων τραγουδιστών της σόουλ και του ρυθμ εντ μπλουζ. Αλλα παραδείγματα : Jerry Lee Lewis, Dusty Springfield, Eric Burdon.
[7] Στο Be my baby τραγουδά μόνο η Ronnie (πρώτη φωνή και συμμετοχή στα δεύτερα φωνητικά)· η Estelle και η Nedra δεν μετέχουν ούτε στα δεύτερα φωνητικά. Λέγεται ότι ο Spector έκανε πρόβες με τη Ronnie για εβδομάδες και ηχογράφησε το μέρος της φωνής της 42 φορές μέχρι να μείνει ικανοποιημένος.
[8] Την τεχνική του «θαλάμου αντήχησης», χωρίς τα μέσα του Spector και πριν από αυτόν, χρησιμοποίησε ο Μίμης Πλέσσας το 1960, στην ηχογράφηση του «Θα κλέψω τα τριαντάφυλλα» (στίχοι Κώστας Πρετεντέρης) : Η ηχώ που ακούγεται στο τραγούδι και η αίσθηση όγκου οφείλεται στο ότι έβαλε τον Αλέκο Πάντα να τραγουδήσει, κατά μία πηγή σε έναν... διάδρομο του στούντιο, και κατά άλλη στο... κλιμακοστάσιο του στούντιο. Το όμορφο αυτό τραγούδι κέρδισε το δεύτερο βραβείο στο Φεστιβάλ Μεσογειακού Τραγουδιού της Βαρκελώνης εκείνης της χρονιάς, στο οποίο πρώτο είχε έρθει το «Ξύπνα αγάπη μου» του Κώστα Γιαννίδη με τη Νάνα Μούσχουρη, που ηχογραφήθηκε τότε, με άλλη ενορχήστρωση, και από τη Τζένη Βάνου.
[9] Το Be my baby ακούγεται στους τίτλους αρχής των ταινιών «Κακόφημοι δρόμοι» (Mean streets, 1973, Ρόμπερτ ντε Νίρο, Χάρβεϊ Καϊτέλ) του Μάρτιν Σκορσέζε και «Dirty dancing» του Εμίλ Αρντολίνο (1987, Τζέννιφερ Γκρέι – Πάτρικ Σουέιζ). Επίσης, ακούστηκε το 2005 σε αμερικανική τηλεοπτική διαφήμιση του φαρμάκου κατά της στυτικής δυσλειτουργίας Cialis :-)