Κυριακή 23 Μαρτίου 2008

Στερεότυπα ταινιών


Ο Ιππότης αντιμετωπίζει σε σκακιστική παρτίδα τον Θάνατο. Το κάτω δεξιά τετράγωνο είναι μαύρο...

Στις ταινίες, οι ισχυροί σκακιστές δείχνουν να ανήκουν πάντα στην κατηγορία «Κροίσος με εννιά γράμματα», να μην ξέρουν τι έχουν(πηγαίνετε σε ένα τουρνουά και δείτε πόσοι ζάπλουτοι παίζουν εκεί σκάκι. ΚΑΝΕΙΣ! Είναι απασχολημένοι περισσότερο στο να κυνηγάνε όμορφα κορίτσια και να οδηγούν πανάκριβα αυτοκίνητα από το να κάθονται να παίζουν σκάκι).

Οι μεγάλοι παίκτες στις κινηματογραφικές ταινίες παίζουν πάντα με κάτι εκπληκτικά διακοσμητικά σετ, ιδιαιτέρως καλλιτεχνικά, με κάτι ελέφαντες για πύργους, όλα από κρύσταλλο. Στην πραγματικότητα οι επαγγελματίες παίκτες προτιμούν σχεδόν αποκλειστικά τα τυποποιημένα κομμάτια από ξύλο ή πλαστικό που γνωρίζουμε όλοι.

Είναι απίστευτο πόσο συχνά η σκακιέρα είναι τοποθετημένη με λάθος κατεύθυνση, το κάτω δεξιά τετράγωνο είναι μαύρο. Ακόμη και στην πιο γνωστή σκακιστική σκηνή από ταινία, στην περίφημη της Έβδομης Σφραγίδας του Μπέργκμαν, επαναλαμβάνεται το ίδιο λάθος.

Μεγάλοι παίκτες, πρωταθλητές, κάτω από ειδικές ψυχολογικές συνθήκες διαπράττουν απίστευτα λάθη, όπως το να μην βλέπουν πως γίνονται ματ σε μια κίνηση κ.ά. Όπως ξέρουμε τέτοια χονδροειδή λάθη δεν απαντώνται σχεδόν ποτέ σε παίκτες αυτού του επιπέδου.

Βλέπουμε καμιά φορά τον ισχυρό παίκτη που έχει εντελώς χαμένη θέση (πχ έχει χάσει τη Βασίλισσά του) αντί να εγκαταλείπει να βάζει τα «δυνατά» του και να ανατρέπει ριζικά την κατάσταση υπέρ του.

Σε χαοτικές θέσεις μέσου παρτίδας παρατηρούμε στις ταινίες πως ο ισχυρός παίκτης φέρεται να «μετράει» 15-20 κινήσεις μπροστά, πράγμα που όπως ξέρουμε απέχει πόρρω από την πραγματικότητα ακόμη και σε επίπεδο παγκόσμιου πρωταθλήματος.

Για να δείξουν οι σκηνοθέτες την μεγαλοφυΐα κάποιου άσχετου με το σκάκι, τον εμφανίζουν να κερδίζει παίκτη παγκοσμίου επιπέδου, ενώ δεν έχει παίξει ποτέ άλλοτε στη ζωή του. Οι πραγματικές πιθανότητες να συμβεί κάτι τέτοιο είναι ανύπαρκτες.

13 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Η έκφραση "ταινία για σκάκι" φαίρνει πάντα, σχεδόν αντανακλαστικά, στο μυαλό μου την ταινία που είναι εμπνευσμένη από τη σκακιστική πορεία που είχε στα παιδικά του χρόνια ο Josh Waitzkin και έχει τίτλο "Searching for Bobby Fischer" (μικρό απόσπασμα σε ιταλική (!) μεταγλώττιση εδώ http://www.youtube.com/watch?v=qdLeVbIn9jw)
Η πρώτη φορά που την είδα ήταν στη μαθητική μου ηλικία, αρκετά χρόνια προτού ασχοληθώ με το άθλημα, και ομολογώ ότι με μάγεψε. Η τελευταία φορά που την είδα(και 2η ή 3η στο σύνολο) ήταν πριν 1-2 χρόνια έχοντας ήδη κάποια χρόνια φανατικής ενασχόλησης με το σκάκι και η εντύπωση που μου άφησε δεν ήταν διαφορετική, παρά το γεγονός ότι ήταν χτυπητές κάποιες ανακρίβειες σαν αυτές που αναφέρονται στο post.

Ανώνυμος είπε...

Σχετικά με το χρώμα του κάτω δεξιά τετραγώνου που σχεδόν εμφανίζεται λανθασμένα ως μαύρο, νομίζω ότι είναι φανερό ότι πρόκειται για "εσωτερικό" αστείο που κάνουν οι βοηθοί του σκηνοθέτη για το σκάκι με τους θεατές. Φυσικά ξέρουν ότι είναι λάθος το χρώμα, όπως ήταν λάθος σε όλες τις γνωστές ταινίες όπου εμφανίζεται σκακιέρα. Ξέρουν επίσης ότι θα το προσέξουμε εμείς οι σκακιστές. Εγώ κάθε φορά που βλέπω παρόμοια σκηνή σε κάποια ταινία, νιώθω ότι αυτός που έβαλε τη θέση στη σκακιέρα μας κλείνει με νόημα το μάτι.

Ανώνυμος είπε...

Σκέψου το κι' αλλιώς..
σαν έναν σιωπηλό αντικατοπτρισμό που είναι εκεί για να θυμίζει πως από άλλη πλευρά κοιτά ο σκηνοθέτης και από άλλη ο θεατής..

Emmanuel Manolas είπε...

Σε μια εκδρομή που συμμετείχα, στην Ναυπακτία, επισκεφθήκαμε ένα μεγάλο παζάρι που λειτουργούσε με πολλούς επισκέπτες. Είδα έναν κύριο που ξεφόρτωσε καμμιά εβδομηνταριά σκακιέρες στον πάγκο του, και χάρηκα που υπήρχε πελατεία για το είδος αυτό. Πλησίασα για να τις δω από κοντά και τότε διαπίστωσα ότι τα πυρογραμμένα γράμματα στο ξύλο δεν ήσαν σωστά βαλμένα. (Σε όλες!) Του είπα "Ξέρετε, κανονικά το τετραγωνάκι θ1 μιάς σκακιέρας πρέπει να είναι άσπρο..." και μου είπε "Δεν πειράζει. Κανένας εκτός από σένα δεν πρόκειται να το προσέξει!"

Michelangelo είπε...

Συμφωνώ εν γένει με τις παρατηρήσεις του οικοδεσπότη μας. Πολλά από τα στερεότυπα που αναφέρει εμπίπτουν ιδιαίτερα στην κατηγορία ταινιών δράσης, όπως π.χ. "Από τη Ρωσία με αγάπη" και "Η κίνηση του ιππότη". Αντίθετα, η παρουσία του σκακιστικού μοτίβου σε μια ταινία όπως η "Λολίτα" του Κιούμπρικ, είναι πιο "σοφιστικέ" και θα πρέπει δίχως άλλο να ερμηνευθεί ως αλληγορικό σύμβολο της ερωτικής διαμάχης των δύο φύλων και ως ηθικοδιδακτική-μοραλιστική υπόμνηση των κινδύνων που κρύβει η γυναικεία ομορφιά, με δεδομένο ότι ετεροφυλικές σκακιστικές συγκρούσεις απαντώνται πολύ συχνά και στη ζωγραφική, με τις γυναίκες να έχουν κατά κανόνα το πάνω χέρι. Η ιδέα που κρύβεται από πίσω είναι ότι στο σκακιστικό παιχνίδι της αγάπης, η παίκτρια με σύμμαχο και αρωγό τα ερωτικά της θέλγητρα είναι πάντα σε θέση να υπερκεράσει τους άρρενες αντιπάλους της, γέρνοντας αποφασιστικά την πλάστιγγα της νίκης προς την πλευρά της. Ειδικά στην «Έβδομη Σφραγίδα» του Ίνγκμαρ Μπέργκμαν, στην οποία όπως όλοι γνωρίζουμε τον κεντρομόλο άξονα της δράσης καταλαμβάνει η προδικασμένης έκβασης σκακιστική παρτίδα του σταυροφόρου Αντόνιους Μπλόκ (Μάξ φον Σίντοφ), με το θάνατο που έχει λάβει σάρκα και οστά στη μορφή του Μπένγκτ Έκεροτ, το σκακιστικό μοτίβο θα υπάρξει η πλατφόρμα, πάνω στην οποία ο Σουηδός σκηνοθέτης θα διαλογιστεί πάνω σε θεμελιώδη και βασανιστικά ερωτήματα της ανθρώπινης ύπαρξης που αφορούν τη ζωή, το θάνατο και τη θρησκεία. Θεωρώ σχεδόν βέβαιο, ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση της "ανακολουθίας" του μαύρου τετραγώνου, έχουμε να κάνουμε με εσκεμμένη παρέμβαση του σκηνοθέτη (όχι των βοηθών του), καθώς ο Μπέργκμαν μοιάζει να είχε συνεπαρθεί και ο ίδιος από το παιχνίδι και θα ομολογήσει μάλιστα σε ανύποπτο χρόνο, ότι άντλησε πηγή έμπνευσης για το μοτίβο της σκακιστικής παρτίδας στην ταινία από ένα συγκεκριμένο έργο τέχνης στη γενέτειρά του Σουηδία. Πρόκειται για μια τοιχογραφία του 15ου αιώνα στο Τέμπι Κίρκα (Täbi Kyrka) βορείως της Στοκχόλμης, η οποία αποδίδει ένα νεαρό άνδρα να επιδίδεται σε μια σκακιστική αναμέτρηση με το θάνατο, με τον τελευταίο να φέρει τα χαρακτηριστικά ενός σκελετού. Τέλος να αναφέρω, ότι και η τελική σκηνή της «Έβδομης Σφραγίδας» με τον ατμοσφαιρικό, υποβλητικό υπαίθριο «Χορό του Θανάτου», εμπνέεται δίχως άλλο από την εικονογραφία αντίστοιχων μεσαιωνικών παραστάσεων. Σε αυτήν την περίπτωση κινούμαστε εντός της εικονογραφίας του memento mori. Στις απεικονίσεις αυτές ο θάνατος με τη μορφή σκελετού σέρνει κατά κανόνα πρώτος το χορό, σχηματίζοντας ζευγάρια με εκπροσώπους όλων των φύλων, ηλικιών, επαγγελματικών ειδικοτήτων και κοινωνικών διαβαθμίσεων, οι οποίοι άπαντες υπόκεινται στην κυριαρχική του βούληση, υπερθεματίζοντας καθ’ αυτόν τον τρόπο την αδιάκριτη άρση των κοινωνικών ανισοτήτων στη μεταθανάτια κατάσταση.

Ανώνυμος είπε...

Πόσο δίκιο έχεις φίλε μου. Οχι τιποτ' άλλο δηλαδή, αλλά βλέπουν και οι άσχετοι με το άθλημα και νομίζουν οτι είναι εύκολο να κερδίσεις αρκεί να είσαι τυχερός. Παρεπιπτόντως η ίδια άποψη φαίνεται να επικρατεί και στο μπιλιάρδο που όλοι νομίζουν οτι αν είσαι τυχερός θα κερδίσεις.

Ανώνυμος είπε...

:) Αυτό με το μπιλιάρδο είναι κλασσικό...
Το στερεότυπο όμως για το σκάκι δεν είναι ότι κερδίζεις αν είσαι τυχερός, αλλά αν είσαι έξυπνος, το οποίο φυσικά είναι λάθος. Στείλε μια ιδιοφυία που δεν παίζει σκάκι σε ένα ερασιτεχνικό κλαμπ και θα φάει πάρα πολύ ξύλο...
Στο βιβλίο "Ο θείος Πέτρος και η εικασία του Γκολτμπαχ", ο Α. Δοξιάδης περιγράφει έναν ιδιοφυή μαθηματικό ο οποίος σε κάποιο σημείο δέρνεται αλύπητα από τους θαμώνες ενός καφενείου σε ένα ταπεινό χωριουδάκι μιας μικρής χώρας. Βέβαια μετά από πολύ διάβασμα παίρνει το αίμα του πίσω, αφού ως γνωστόν Ιδιοφυία+Διάβασμα=Μεγάλα Πράγματα

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΟΝΙΔΑΡΗΣ είπε...

Καλά, είναι κι άλλα που έχουν δει τα ματάκια μας. Πέρα από το συμβολισμό που μπορεί να μεταφέρει στο ευρύ κοινό, υπάρχουν βρε παιδί μου και κάποιοι τύποι που λέγονται φροντιστές ή floor managers ή δεν ξέρω πως αλλιώς και που υποτίθεται ότι προσέχουν τις λεπτομέρειες. Δηλαδή δεν μπορεί να ξέρεις πόσα ακριβώς κουμπιά είχε το φόρεμα της Ελισσάβετ της Α' και να μην μπορείς να στήσεις μια σκακιέρα σωστά. Άσε που κι αυτές που είναι σωστά έχουν τα κομμάτια διασκορπισμένα άλλ' αντ' άλλων. Σημειώνω επίσης: πιόνια που λείπουν χωρίς ο αντίπαλος να έχει περάσει ακόμα την τρίτη οριζόντια, πύργοι που κινούνται διαγώνια, βασιλιάδες που κόβουν βόλτες στο κέντρο της σκακιέρας εν μέσω θύελλας κομματιών και στο τέλος κερδίζουν κιόλας και φυσικά (το καλύτερο μου) τα "κοψίματα" των κομματιών γίνονται πάντα με μελλοδραματικούς τρόπους, συχνότερος εκ των οποίων είναι η μέθοδος του "τσουγγρίσματος" (όπου χτυπάς το αντίπαλο κομμάτι για να πέσει κάτω, δεν το βγάζεις απλά από τη σκακιέρα).

ΥΓ. Για να μην τα θάβω όλα, η "Κίνηση του Ιππότη" με το Κ.Λαμπέρ ήταν αξιοπρεπέστατη. Επίσης αξιοπρεπείς αρκετές σκηνές από την ταινία του Μπέργκμαν, όπου η σκακιέρα παραδόξως (και μάλλον τυχαία) έχει στηθεί σωστά, όπως η στιγμή του ματ (με Βγ2# για τους παρατηρητικούς).

Ανώνυμος είπε...

Το βιβλιο Μαθηματικων της δευτερας γυμνασιου θετοντας το γνωστο προβλημα των 5 Βασιλισσων που πρεπει να ελεγχουν ολα τα τετραγωνα δειχνει επισης μαυρο Θ1.

Ανώνυμος είπε...

Στην πειριπτωση του Bergman πιστευω οτι θα πρεπει να νοιωθουμε μεγαλη ευγνωμοσυνη που ο μεγαλος αυτος ποιητης της οθονης χρησιμοποιησε το σκακι με τετοιο μεταφυσικο βαθος.

Επισης το ψαχνοντας τον Bobby Fisher ή Αθωες Κινησεις οπως εχει μεταφραστει στα Ελληνικα ειναι μια ταινια που πρεπει να βλεπουν ολοι οι γονεις που τα παιδια τους πρωτοξεκινουν να παιζουν κι εχουν καποιες επιτυχιες-στο γιο μου αρεσει ιδιαιτερα η σκηνη που οι διαιτητες απομακρυνουν τους -απαραδεκτους- γονεις απο την αιθουσα.

Ανώνυμος είπε...

Τα κουνέλια τον άκουγαν να παίζει Μάλερ

Ο Χένινγκ Μάνκελ είναι ένας πολύ καλός συγγραφέας αστυνομικών μυθιστορημάτων, βιβλία του κυκλοφορούν και στα ελληνικά. Είναι όμως κι ένας τυχερός άνθρωπος: ο πεθερός του ήταν ο Ίνγκμαρ Μπέργκμαν.

«Για όσους ζούσαν κοντά του, ο θάνατος του Ίνγκμαρ Μπέργκμαν την περασμένη εβδομάδα δεν ήταν έκπληξη. Είχε μόλις κλείσει τα 89, ήταν πολύ μεγάλος. Η κουρασμένη καρδιά του σταμάτησε να κτυπά τα χαράματα, αυτό το βροχερό σουηδικό καλοκαίρι, στο σπίτι του, στο νησί Φουρέ. Τα κουνέλια που συνήθιζαν να κάθονται ακίνητα στην παραλία και να τον ακούνε να παίζει Μάλερ θα αναρωτηθούν τώρα πού χάθηκε αυτός ο ηλικιωμένος άνθρωπος. Αλλά χάθηκε. Η κλεψύδρα άδειασε.

Προς το τέλος της ζωής του η όρασή του είχε χειροτερέψει. Δεν μπορούσε να δει σινεμά ή τηλεόραση, ούτε να διαβάσει. Το μόνο που του είχε μείνει ήταν η μουσική. Παρ΄ όλο που στην επαγγελματική του ζωή ήταν σκηνοθέτης και θεατρικός συγγραφέας, πιστεύω ότι μεγαλύτερη σημασία γι΄ αυτόν είχε η μουσική. Το όνειρό του δεν ήταν ποτέ να γίνει μουσικός, το είχε πει καθαρά. Πιθανότατα, όμως, να είχε σκεφτεί ότι σε μια δεύτερη ζωή θα μπορούσε να γίνει συνθέτης. Χρησιμοποιούσε συχνά μουσικούς όρους για να περιγράψει τις ταινίες του και τα θεατρικά του έργα. Θεωρούσε τη μουσική ένα είδος πύλης προς άλλες πραγματικότητες, διαφορετικές από εκείνες που μπορούμε να αντιληφθούμε άμεσα με τις αισθήσεις μας. Ίσως στη μουσική να μπορεί να βρεθεί εκείνη η γέφυρα προς άλλες πραγματικότητες, την οποία αναζητούν οι περισσότεροι από μας. Αλλά δεν πρέπει να κάνουμε το λάθος να θεωρήσουμε πως ο Μπέργκμαν ήταν δεισιδαίμων. Αν είχε θρησκευτικές πεποιθήσεις, δεν τις γνώριζα. Το βέβαιο είναι ότι προσπαθούσε να συλλάβει εκείνον τον μυστικισμό που αποτελεί πάντα μέρος της πραγματικότητας. Όπως όταν ο Σουηδός συγγραφέας που θαύμαζε περισσότερο, ο Άουγκουστ Στρίντμπεργκ, μετρούσε πέτρες και μελετούσε το σχήμα των σύννεφων. Με άλλα λόγια, είχε μια περιέργεια για εκείνα τα πράγματα που βρίσκονται στις παρυφές της πραγματικότητας.

Η μουσική ήταν πάντα μια από τις πηγές του. Η άλλη ήταν η παιδική του ηλικία. Ή μάλλον οι αρετές της παιδικής ηλικίας που διατηρούσε και μεγάλος. Για μένα, αυτό είναι ένα μεγάλο προτέρημα. Πιστεύω ότι ο αληθινός καλλιτέχνης είναι το παιδί. Όταν μεγαλώνουμε, και το σχολείο αρχίζει να μας επικρίνει επειδή εμπιστευόμαστε πολύ τη φαντασία, χάνουμε πολλά από αυτά που είχαμε από τη φύση μας. Χάνουμε εκείνη την ακλόνητη πίστη στις δυνάμεις της φαντασίας. Αλλά η φαντασία δεν μας βοηθά μόνο να κατασκευάζουμε καλύβες και σχεδίες από ξύλο, ή πειρατικά πλοία από φλούδες. Τη φαντασία τη χρειαζόμαστε για να αντιμετωπίσουμε τις δυσκολίες που συνοδεύουν τόσο συχνά τη ζωή».

http://skakistiko.blogspot.com/2007/08/blog-post_07.html

Ανώνυμος είπε...

Τα κίνητρα για να δω για πρώτη φορά ταινία του Ιγκμαρ Μπέργκμαν, δεν ήταν καθόλου ευγενικά. Τα γεγονότα είχαν ως εξής: Ημουν έφηβος και ζούσα στο Μπρούκλιν, όταν κυκλοφόρησε η φήμη ότι θα παιζόταν στο γειτονικό κινηματογράφο ένα σουηδικό φιλμ, όπου μια νεαρή γυναίκα κολυμπούσε ολόγυμνη. Δεν είχα ξαναδιανυκτερεύσει στο πεζοδρόμιο προκειμένου να είμαι ο πρώτος στη σειρά για μια ταινία, αλλά όταν το Καλοκαίρι με τη Μόνικα άρχισε να παίζεται στον κινηματογράφο Jewel στο Flatbush, μπορούσε κανείς να δει ένα μικρό αγόρι με κόκκινα μαλλιά και γυαλιά με μαύρο σκελετό να ποδοπατάει να σπρώχνει τον κόσμο για να πιάσει την πιο καλή θέση.

Δεν ήξερα ποιος είχε σκηνοθετήσει την ταινία, ούτε και μ' ενδιέφερε. Σ' εκείνη την ηλικία δεν είχα καμία ευαισθησία για τη σκηνοθετική δουλειά της ταινίας -η ειρωνεία, το γερμανικό εξπρεσιονιστικό στιλ με την ποιητική ασπρόμαυρη φωτογραφία και τους ερωτικούς σαδομαζοχιστικούς τόνους της με είχαν αφήσει τελείως αδιάφορο. Βγήκα από τον κινηματογράφο έχοντας κατά νου μόνο τη σκηνή που η Χάρριετ Αντερσον εμφανίστηκε γυμνή και παρόλο που ήταν η πρώτη μου γνωριμία με τον σκηνοθέτη, τον οποίο αργότερα θα τον θεωρούσα τον καλύτερο -τότε δεν τον ήξερα καν.

Μόνο μερικά χρόνια αργότερα, αποζητώντας κάτι πιο ερεθιστικό από ένα απόγευμα στο μίνι-γκολφ, τριγύριζα στους δρόμους ψάχνοντας για την ταινία Η νύκτα των Σαλτιμπάγκων. Ημουν λίγο μεγαλύτερος και έχοντας αρχίσει να ενδιαφέρομαι περισσότερο για τις ταινίες, η εμπειρία ήταν πολύ βαθύτερη. Παρόλο που η υπόθεση δεν εστιαζόταν σε κάποια συγκεκριμένη ιστορία, η ταινία ήταν σκηνοθετημένη με τέτοιο τεράστιο ταλέντο, που καθόμουν για μιάμιση ώρα με τα μάτια εξογκωμένα από την έκσταση. Πράγματι, η σκηνή όπου ο Φροστ, ο κλόουν, πηγαίνει για να επανακτήσει την εκπορνευμένη γυναίκα του, η οποία πλατσουρίζει γυμνή στο νερό για να διασκεδάσει κάποιους στρατιώτες, ήταν τόσο τέλεια στην εκλογή των πλάνων, στο ρυθμό, στην πρόκληση του συναισθήματος, της ταπείνωσης και του πόνου, που θα έπρεπε κανείς να επιστρέψει στον Αϊζενστάιν για να βρει ανάλογη σκηνοθετική δύναμη. Αυτή τη φορά, με την ευκαιρία, πρόσεξα το όνομα του σκηνοθέτη, ο οποίος ήταν Σουηδός και ο οποίος, πράγμα σύνηθες σε μένα τότε, αρχειοθετήθηκε και ξεχάστηκε.

Μόνο στα τέλη του '50, όταν πήγα για να δω με την τότε γυναίκα μου την πολυσυζητημένη ταινία με εκείνο τον τίτλο που δεν υποσχόταν πολλά, τις Αγριες Φράουλες, επιδόθηκα σ' αυτό που αργότερα έγινε χρόνια ροπή για τις ταινίες του Ιγκμαρ Μπέργκμαν. Θυμάμαι ακόμη το στόμα μου ξερό και την καρδιά μου να χτυπάει δυνατά από την πρώτη παράδοξη, ονειρική σκηνή μέχρι το γαλήνιο τελευταίο πλάνο. Ποιος θα μπορούσε να ξεχάσει τέτοιες εικόνες. Το ρολόι δίχως δείκτες. Τα άλογα που έσερναν το φέρετρο και καθηλώθηκαν ξαφνικά -το εκτυφλωτικό φως του ήλιου και το πρόσωπο του γέρου, καθώς τραβιόταν μέσα στο φέρετρο από το ίδιο του το νεκρό κορμί. Υπήρχε εδώ καθαρά η παρουσία ενός δεξιοτέχνη με ένα εμπνευσμένο προσωπικό στυλ. ένας καλλιτέχνης με πνεύμα και βαθειές ανησυχίες, του οποίου οι ταινίες αποδεικνύονται ισότιμες της μεγάλης ευρωπαϊκής λογοτεχνίας. Λίγο μετά την ταινία αυτή είδα το Μάγο, μια τολμηρή ασπρόμαυρη δραματοποίηση ορισμένων ιδεών του Κίρκεγκαρντ, παρουσιασμένη σαν απόκρυφο παραμύθι και τραβηγμένη μ' ένα αυθεντικό, υπνωτικό στυλ της κάμερας που έφτασε στο αποκορύφωμά της, χρόνια αργότερα, στο ονειρικό Κραυγές και Ψίθυροι. Μήπως η αναφορά στον Κίρκεγκαρντ κάνει την ταινία να ακούγεται στεγνή και διδακτική; Παρακαλώ να είστε βέβαιοι ότι ο Μάγος, όπως οι περισσότερες ταινίες του Μπέργκμαν, βρισκόταν σίγουρα με το ένα πόδι μέσα στις σώου-μπίζνες.

Πέρα από ο,τιδήποτε άλλο -και ίσως το πιο σημαντικό- είναι ότι ο Μπέργκμαν είναι ένας μεγάλος ψυχαγωγός. Ενας εύστοχος αφηγητής ιστοριών που δεν ξεχνάει ποτέ ότι, ανεξάρτητα από το ποιες ιδέες έχει να επιλέξει για να επικοινωνήσει, οι ταινίες γίνονται για να συναρπάζουν το κοινό. Η θεατρικότητά του είναι εμπνευσμένη. Συνδυάζοντας με φαντασία τους παλιομοδίτικους γοτθικούς φωτισμούς με το φανταχτερό σουρεαλισμό των ονείρων και των συμβόλων, συνθέτει κομψοτεχνήματα. Το μοντάζ στην αρχή της Περσόνα, το δείπνο στην Ωρα του Λύκου και το εύρημα στο Πάθος να σταματήσει την εξέλιξη της ιστορίας με διαλείμματα, αφήνοντας τους ηθοποιούς να εξηγήσουν στο κοινό τι προσπαθούν να κάνουν με τους χαρακτήρες τους, είναι στιγμές ενός ανθρώπου του θεάματος στο αποκορύφωμά του.

Η Εβδομη σφραγίδα υπήρξε πάντα η αγαπημένη μου ταινία και θυμάμαι πως την είχα δει ανάμεσα σε λιγοστό κοινό στο παλιό New Yorker Theater. Ποιος θα μπορούσε να φανταστεί ότι ένα όχι και τόσο σπουδαίο θέμα θα προσέφερε μια τόσο ευχάριστη εμπειρία; Αν περιέγραφα την ιστορία και προσπαθούσα να πείσω κάποιον φίλο να τη δει μαζί του, πόσο μακριά θα έφτανα; «Λοιπόν», θα έλεγα, «διαδραματίζεται σε μια καταραμένη μεσαιωνική Σουηδία και εξερευνά τα όρια της πίστης και της λογικής με βάση Δανέζικες -και ορισμένες Γερμανικές- φιλοσοφικές θεωρίες». Αυτό, τώρα, δύσκολα συμβαδίζει με την ιδέα που έχει κάποιος για τη διασκέδαση, και παρ' όλα αυτά είναι όλα συντεθειμένα με τόσο καταπληκτική φαντασία, σασπένς και διορατικότητα που μπορεί κανείς να παρακολουθεί καρφωμένος σαν μικρό παιδί μπροστά σ' ένα συγκινητικό παραμύθι. Ξαφνικά ο θάνατος -μαύρη φιγούρα- εμφανίζεται στην ακτή για να αναζητήσει το θύμα του και ο Ιππότης της Λογικής τον προκαλεί σε μια παρτίδα σκάκι, προσπαθώντας να σταματήσει το χρόνο και να ανακαλύψει κάποιο νόημα στη ζωή. Η ιστορία εξελίσσεται και προχωρεί με βήμα αργό και περήφανο προς τον αναπόφευκτο όλεθρο. Για μια ακόμη φορά οι εικόνες σού κόβουν την ανάσα. Τα μαστιγώματα, το κάψιμο της μάγισσας (ανάλογο του Καρλ Ντράγιερ) και το φινάλε, όπου ο θάνατος χορεύει με τους καταδικασμένους παρασύροντάς τους στον κάτω κόσμο, σε μια από τις μνημειώδεις σκηνές ολόκληρου του κινηματογράφου.
Ο Μπέργκμαν είναι γόνιμος και οι ταινίες που ακολουθούν αυτά τα πρώτα του έργα υπήρξαν πλούσιες και ποικίλες, αφού παρακινήθηκε από την έμμονη ιδέα πως ο θεός σιωπά μπροστά στο θέμα των βασανισμένων σχέσεων ανάμεσα σε αγωνιώδεις ψυχές που προσπαθούν να καταλάβουν τα συναισθήματά τους. (Στην πραγματικότητα, οι ταινίες που περιέγραψα δεν είναι ακριβώς πρώτα έργα, αλλά μεσαία, γιατί είχε σκηνοθετήσει έναν αριθμό ταινιών που δεν προβλήθηκαν εδώ, μέχρις ότου το στυλ και η φήμη του έγιναν ευρέως γνωστά. Αυτές οι πρώτες ταινίες είναι πολύ καλές, αλλά εκπληκτικά συμβατικές). Οι επιρροές που δέχτηκε από τη δεκαετία του '50 αφομοιώθηκαν και ταυτίστηκαν σύμφωνα με τις επιταγές του δικού του πνεύματος. Τον επηρέασαν οι Γερμανοί. Βλέπω τον Φριτζ Λαγκ στη δουλειά του και τον Καρλ Ντράγιερ και τον Ντέημ. Ακόμα τον Τσέχωφ, τον Στρίντμπεργκ και τον Κάφκα. Χωρίζω τις ταινίες του σ' αυτές που είναι απλά και μόνο έξοχες (Μέσα απ' τον σπασμένο καθρέφτη, Χειμερινό φως, Η σιωπή, Η πηγή των παρθένων, Το πάθος, για να αναφέρω μερικές) και σ' αυτές που είναι αριστουργήματα (Περσόνα, Κραυγές και ψίθυροι, Σκηνές από έναν γάμο μαζί μ' εκείνες που ανέφερα προηγουμένως). Υπάρχουν και οι άτυπες ταινίες του, όπως Η ντροπή, Φάννυ και Αλέξανδρος, που μας προσφέρουν τη δική τους απόλαυση και ακόμα εκείνα τα περιστασιακά κομπιάσματα, όπως το Αυγό του φιδιού ή το Πρόσωπο με πρόσωπο.

Παρ' όλα αυτά όμως, ακόμα και στα λιγότερο επιτυχή πειράματα του Μπέργκμαν υπάρχουν αξέχαστες στιγμές. Παραδείγματα: Ο βόμβος του στριγγλιστού θρήνου έξω από το παράθυρο κατά τη διάρκεια της ερωτικής σκηνής μεταξύ των δύο μοιχών εραστών στην Επαφή και η στιγμή που η Ινγκριντ Μπέργκμαν δείχνει στην παθητική κόρη της πώς θα έπρεπε να παιχτεί ένα πρελούδιο στο πιάνο, στη Φθινοπωρινή σονάτα. Οι αστοχίες του είναι πολύ πιο ενδιαφέρουσες από τις ευστοχίες κάποιων άλλων. Αναφέρομαι στις Μαριονέττες και στο Μετά την πρόβα.

Μ ια παρέμβαση εδώ για το στυλ. Το επικρατέστερο πεδίο συγκρούσεων στην κινούμενη εικόνα ήταν συνήθως ο εξωτερικός, φυσικός κόσμος. Φυσικά, αυτό ίσχυε για πολλά χρόνια. Το μαρτυρούν οι επιτυχίες των φτηνών κωμωδιών, των γουέστερν, των πολεμικών και γκανγκστερικών ταινιών και των μιούζικαλ. Οπως καταβυθίστηκε η φροϋδική επανάσταση, έτσι και το πιο γοητευτικό πεδίο συναγωνισμού μετακινήθηκε προς τα ενδότερα και οι ταινίες αντιμετώπισαν ένα πρόβλημα. Η ψυχή δεν είναι ορατή. Εάν οι πιο ενδιαφέρουσες μάχες εμπλέκονται στην καρδιά και στο μυαλό, πώς θα αποδοθούν; Ο Μπέργκμαν ανέπτυξε ένα στυλ για να συνδιαλαγεί με τον εσωτερικό κόσμο του ανθρώπου και μόνο αυτός ανάμεσα στους σκηνοθέτες εξερεύνησε το πεδίο μάχης της ψυχής στο έπακρο. Τοποθέτησε την κάμερά του με θράσος μπροστά στα πρόσωπα σε χρόνους ανύποπτους ενώ οι ηθοποιοί πάλευαν με την αγωνία τους.

Τα πρόσωπα ήταν γι' αυτόν το παν. Κοντινά πλάνα. Ολο και περισσότερο κοντινά πλάνα. Υπερβολικά κοντινά πλάνα. Δημιούργησε όνειρα και φαντασιώσεις και τα ανέμειξε τόσο επιδέξια με την πραγματικότητα όπου η αίσθηση του εσωτερικού κόσμου αναδυόταν βαθμιαία. Χρησιμοποίησε τεράστιες σιωπές με τρομακτική αποτελεσματικότητα. Το τεραίν των ταινιών του Μπέργκμαν είναι διαφορετικό από εκείνο των συγχρόνων του. Ταιριάζει με τις μελαγχολικές παραλίες των βραχωδών νησιών όπου ζει. Βρήκε τον τρόπο να δείχνει το ψυχικό τοπίο. (Είπε ότι είδε την ψυχή σαν μια μεμβράνη, μια κόκκινη μεμβράνη και έτσι την έδειξε στο Κραυγές και ψίθυροι). Παραμερίζοντας τις σταθερές απαιτήσεις του συμβατικού κινηματογράφου, προκάλεσε μάχες προκειμένου να εξαγριώσει τους χαρακτήρες που είναι τόσο διαπεραστικά ορατοί όσο και η κίνηση των όπλων. Δέστε το Περσόνα.

Ολα αυτά, κυρίες και κύριοι, συν το ότι δουλεύει φτηνά και γρήγορα. Οι ταινίες του κοστίζουν πολύ λίγο και το μικρό του συνεργείο μπορεί να δημιουργήσει το εκπληκτικότερο καλλιτέχνημα στο μισό χρόνο και με το ένα δέκατο της αξίας απ' ό,τι χρειάζονταν οι περισσότεροι για να μοντάρουν μερικά μέτρα φιλμ. Συν το ότι γράφει μόνος του τα σενάρια. Τι περισσότερο θα μπορούσε να ζητήσει κανείς; Ουσία, εμβάθυνση, στυλ, εικόνα, οπτική ομορφιά, ένταση, αφήγηση, ταχύτητα, οικονομία, γονιμότητα, καινοτομία: ένας απαράμιλλος σκηνοθέτης ηθοποιών. Αυτό εννοώ λέγοντας ο καλύτερος. Ισως άλλοι σκηνοθέτες τον αναγνωρίζουν σε συγκεκριμένους τομείς, αλλά κανείς δεν είναι τόσο άρτιος κινηματογραφικός καλλιτέχνης.

(Γούντι Άλεν)

ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 11/08/2007

Ανώνυμος είπε...

Καταπληκτικη αναφορα απο ενα σκηνοθετη ο οποιος εχει επηρεαστει-και βελτιωθει- απο τον Μπέργκμαν.