Singapore Sling
Οι χαρακτήρες του είναι συνήθως άνθρωποι στα όρια, σε παράλογες ή ακραίες καταστάσεις, που παίζουν το τελευταίο τους, συνήθως καμένο, χαρτί. Τα θέματα που συναντά συχνά κανείς στις ταινίες του είναι η δεκαετία του '50 και το φιλμ νουάρ, το παιχνίδι μεταξύ σεξ και θανάτου, η συντροφικότητα κι ο έρωτας, η πάλη με κάθε λογής εξουσίες αλλά και με φαντάσματα του παρελθόντος.
Εδώ βλέπουμε μια σκακιέρα στο πορνογραφικό θρίλερ «Singapore Sling» του Νίκου Νικολαΐδη, του δημιουργού της «Γλυκιάς Συμμορίας». Ο Singapore Sling είναι ένας από κείνους τους τύπους χωρίς λεφτά, σπίτι και φίλους, που κυνηγούν χαμένες υποθέσεις με γυναικεία ονόματα και μπλέκονται σε ιστορίες που δεν οδηγούν πουθενά. Η δική του ιστορία λεγόταν Λάουρα και τη συνάντησε πριν από πολλά χρόνια. Αν και υποψιάζεται πως το κορίτσι που γυρεύει τόσα χρόνια έχει πεθάνει και πως είναι ερωτευμένος μ’ ένα πτώμα, αυτός συνεχίζει να το ψάχνει.
Ο κινηματογραφιστής, σεναριογράφος και συγγραφέας Νίκος Νικολαΐδης, γεννήθηκε στην Αθήνα στις 25 Οκτωβρίου 1939. Σπούδασε σκηνοθεσία στη Σχολή Σταυράκου και σκηνογραφία στη Σχολή Βακαλό (1962). Βοηθός του Βασίλη Γεωργιάδη από το 1960, πρωτοεμφανίζεται στη σκηνοθεσία το 1962 με τη μικρού μήκους ταινία Lacrimae Rerum. Επίσημο ντεμπούτο στο χώρο του κινηματογράφου κάνει το 1975 με τη μεγάλου μήκους ταινία Ευριδίκη ΒΑ 2037.
Στη δεκαετία του ’70 εργάστηκε, για σύντομο χρονικό διάστημα, σε δισκογραφική εταιρεία. Παράλληλα με την κινηματογραφική του δραστηριότητα εργάστηκε και ως σκηνοθέτης διαφημιστικών, επί 20 χρόνια, υπογράφοντας πάνω από 200 ταινίες.
Πέθανε στην Αθήνα στις 5 Σεπτεμβρίου του 2007.
Ταινίες
1962 Lacrimae Rerum (μικρού μήκους), 1968 Άνευ Όρων (μεσαίου μήκους), 1975 Ευριδίκη ΒΑ 2037, 1979 Τα Κουρέλια Τραγουδάνε Ακόμα, 1983 Γλυκιά Συμμορία, 1987 Πρωινή Περίπολος, 1990 Singapore Sling, 1993 Το Κορίτσι Με Τις Βαλίτσες (τηλεταινία), 1999 Θα Σε Δω Στην Κόλαση Αγάπη μου, 2002 Ο Χαμένος Τα Παίρνει Όλα, 2005 The Zero Years
(στοιχεία από το site του 48ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης και από τη wikipedia).
13 σχόλια:
Η εξηνταΐλα που αποπνέουν, βοηθούντων και των σκηνικών – κοστουμιών τής, και συζύγου του, Μαρί Λουίζ Βαρθολομαίου, τα «Κουρέλια» και η «Συμμορία», είναι ακόμα εντονότερη στα μυθιστορήματά του (υπήρξε και αξιόλογος συγγραφέας) «Μια στεκιά στο μάτι του Μοντεζούμα» (μεταφορά για τη γενετήσια πράξη) και «Ο οργισμένος Βαλκάνιος».
Είχα παραγγείλει κάποτε το ομώνυμο κοκταίηλ· ίδια μετάγευση με την ταινία: σαν αραιό διάλυμα νιτρικού ψευδαργύρου.
Αξιοσημείωτη και η ατμοσφαιρική μελλοντολογική, γιατί όχι και ευθέως sci-fi, «Πρωινή περίπολος», ένα «Μπλέιντ Ράννερ» με στοιχεία «Μαντ Μαξ» (του πρώτου φυσικά, του «καλού») υπό κλίμακα, με δύο ηθοποιούς όλους κι όλους και ελάχιστους διαλόγους. Το μουχλιασμένο γλαυκό στο εγκαταλειμμένο εργοστάσιο, το κυνηγημένο βλέμμα της Μισέλ Βάλλεϋ, το ατίθασο τεντυμποϋλίκι στις πυρετικές κινήσεις του Σπυριδάκη· και όλα αυτά, την ίδια εποχή που ο Theo somniferum, o Αγγελόπουλος ντε, με πλειστήρη μέσα και δυσεξανάλωτο προϋπολογισμό, γύριζε τον αλήστου μνήμης «Μελισσοκόμο», με τις... συγκλονιστικές ερμηνείες του Μαστρογιάννη («Για τα λεφτά τα κάνεις όλα», που τραγουδούσε και ο Αντύπας) και της Μουρούζη (για να παραφράσω την, άδικη και εμπαθή, ατάκα του Λαζόπουλου για τη Ντενίση, οι κυψέλες έπαιζαν καλύτερα απ’ αυτήν).
Τότε –τέλη 70s-αρχές 80s–, Παναγιωτόπουλος (Τα χρώματα της ίριδος, Οι τεμπέληδες της εύφορης κοιλάδας), Πανουσόπουλος (Το ταξίδι του μέλιτος, Οι απέναντι), Ρεντζής (Ηλεκτρικός άγγελος), Τάσιος (Το βαρύ πεπόνι, Παραγγελιά, Το στίγμα), Φέρρης (Δυο φεγγάρια τον Αύγουστο), Βεργίτσης (Ρεβάνς), Σταμπουλόπουλος (Προσοχή κίνδυνος). Τώρα, Κόκκινος και Γραμματικός – στην καλύτερη. Βαθιά παρακμή κι εδώ.
«Τι γίνεται Σοφία, πώς πάει η επανάσταση;» :D
Ξέχασες τον μεγαλύτερο όλων, τον Αλέξη Δαμιανό.
Και ναι, πολλές ταινίες του μαιτρ Τεό ήταν κακές, αλλά ο Μελισσοκόμος δεν ήταν καν κακή ταινία. Ήταν ένα τίποτα με μπόλικο καθόλου.
Δεν ανέφερα τον Δαμιανό γιατί δεν γύρισε ταινία στο διάστημα στο οποίο αναφερόμουν (τέλη 70s-αρχές 80s). Αν πάμε λίγο πιο πίσω, θα βρούμε και τον κολοσσό Τάκη Κανελλόπουλο, και την, κατ’ εμέ, «αγία τριάδα» των σκηνοθετών του ΠΕΚ, Κακογιάννης – Κούνδουρος – Τζαβέλλας. Και, ναι, αν ο Δαμιανός είχε γυρίσει έστω μόνο το «Μέχρι το πλοίο» –τέσσερα χρόνια πριν την «Αναπαράσταση», συμβατική αρχή του ΝΕΚ–, θα αρκούσε για να περάσει στην αθανασία.
Κάπου έχω ένα πολυκαιρισμένο βιβλιαράκι με ένα θεατρικό του, "Το καλοκαίρι θα θερίσουμε".
Και τον θυμάμαι βέβαια και ως Βρεττό στον "Παράξενο ταξιδιώτη" του Γιάννη Φίλιππα. Και ζαχάρωνα και τη γυναίκα του -Νόνικα Γαληνέα- και την κόρη τους -Ελένη Ερήμου- :D
@ κλπ
κατι το αραιο διαλυμα νιτρικου ψευδαργυρου να προσομοιαζεται με κοκταιηλ,κατι ο Theo somniferum,το μυαλο μου πηγε σ'ενα παλιο κειμενο του "Συγχρονου" με τιτλο "Η φαρμακεια και το φαρμακον" πολυ πριν κυκλοφορησει στα Ελληνικα το βιβλιο του Derrida απο την Αγρα.
Το εντυπωσιακο ειναι οτι δεν θυμαμαι ουτε τον συγγραφεα (υποθετω οτι θα ηταν ο Λυγγουρης η ο Σαββατης,αλλα πολυ πιθανο να κανω λαθος) ουτε την ταινια στην οποια αναφεροταν,αλλα θυμαμαι πολυ καλα την εντυπωση που εκανε τοτε στο νεανικο μυαλο μου.Ετσι κι αλλιως εκεινη την εποχη οι ταινιες ηταν απλως οι αφορμες για να γραψουν οι συγγραφεις τα δικα τους..
«Τούτο δε, ω βασιλευ, το μάθημα έφη ο Θευθ, σοφωτέρους αιγυπτίους και μνημονικότερους παρέξει, μνήμης τε γαρ και σοφίας φάρμακον ευρέθη».
γραφει ο Πλατωνας στον "Φαιδρο"
Στο "Πλατωνος φαρμακεια" παρουσιαζεται η αναγκαιοτητα της γραφης ως φαρμακου,αλλα ο Derrida προβαλει την αξια του διαλογου σε σχεση με την αξια της γραφης.
«το καθεστώς αυτού του ορφανού (του γραπτού κειμένου) που κανείς δεν αναλαμβάνει τη φροντίδα του, επικαλύπτει το καθεστώς ενός γράφειν το οποίο, επειδή δεν είναι τέκνο κανενός τη στριγμή ακριβώς που προβαίνει στην εγγραφή, μόλις και παραμένει τέκνο και δεν αναγνωρίζει πλέον την καταγωγή του: με τη σημασία του δικαίου και της οφειλής. Σε αντίθεση με τη γραφή, ο ζωντανός λόγος είναι ζωντανός επειδή έχει έναν ζωντανό πατέρα (ενώ το ορφανό είναι μισοπεθαμένο), έναν πατέρα παρόντα που στέκει όρθιος στο πλευρό του, πίσω του και μέσα του, που τον υποστηρίζει με την ορθότητά του, που συμπαρίσταται στο τέκνο του αυτοπροσώπως και εξ ονόματός του»
Δυστυχως η ευτυχως, τα περιοδικα και το βιβλιο ειναι σε ραφια στην θεσσαλονικη κι ετσι δεν εχω προσβαση.Ψαχνοντας στο δικτυο για στοιχεια που θα μπορουσαν να στηριξουν ενα κειμενο βρηκα αλλα πραγματα απ'αυτα που εψαχνα..
Μια ταινια του Λυγγουρη,"Τους εραστες της Αξου" που δεν την εχω δει,αλλα η ιστορια φανταζει πολυ ενδιαφερουσα:
http://www.docfest.gr/downloads/vendors/
10db.pdf
Ενα ολοκληρο blog αφιερωμενο σε μια μοναχικη ταινια, τον "Παρβα", που αναφερεται σε πολυ οικειες καταστασεις,για οσους περασαν χειμωνα σε μικρο νησι.
http://parvas-amorgos.blogspot.com/
Ενα φοβερο κειμενο στο http://radicaldesire.blogspot.com/2009/11/blog-post_24.html που συσχετιζει ποδοσφαιρο και φιλοσοφια (ο Derrida γεννημενος στην Αλγερια,ειχε δηλωσει οτι ονειρευοταν να γινει επαγγελματιας ποδοσφαιριστης,το ονειρο του το εκπληρωσε ο Zidane αλλα δεν ξερω μηπως αυτος ηθελε να γινει φιλοσοφος).
Αυτο το κειμενο μου ξαναθυμισε αυτο το καταπληκτικο φιλμακι των Monty Python με την ποδοσφαιρικη αναμετρηση αναμεσα στους Γερμανους και τους Ελληνες Φιλοσοφους.
http://www.youtube.com/watch?v=ur5fGSBsfq8&feature=player_embedded
Ουτε ο Πλατωνας,ουτε ο Derrida,ουτε οσοι εγραφαν στον "Συγχρονο" το 75-85,υποψιαζονταν την νεα μορφη διαλογου που θα δημιουργουσαν τα blogs.Αναρωτιεμαι τι θα ειχαν να πουν..
Κι αυριο λεω θα γινουμε ακομα πιο απλοι..
Το δικτυο παει να δικαιωσει την ουτοπια του Μπορχες "ο κοσμος να γινει μια τεραστια βιβλιοθηκη".Ανθρωποι γνωστοι ή αγνωστοι μεταξυ τους καταγραφουν τις σκεψεις τους για διαφορετικες αιτιες και αποκαλυπτουν την ιστορια τους ...Ο χρονος διαρκειας εξαρταται απο τα -πυριτικα- υλικα και τον χρονο...
Ο ελληνικος κινηματογραφος εχει παρακμασει οπως ισως ολες οι εθνικες ευρωπαικες κινηματογραφιες.
Ωστοσο αναπολησα την εποχη που προσπαθουσες απο την κριτικη μιας ταινιας να καταλαβεις πραγματα για τη ζωη και τον εαυτο σου.Μαλλον πρεπει να ειναι η μετα Ραφαηλιδη πρωτη -παραληρηματικη-εποχη του περιοδικου πριν μεγαλωσουν οι κριτικοι και γινουν οι περισσοτεροι-κακοι- σκηνοθετες-(η εκδικηση της τεχνικης)με τα μεγαλα τευχη.
Απο τον Νικολαιδη θυμαμαι μια συνεντευξη του στο περιοδικο που επικαλειται ο μετοικος οπου αποκαλει πιραγχας τους κριτικους, και την κριτικη για τα κουρελια που του το ανταπεδωσε χαρακτηριζοντας την ταινια προφιτερολ...Α ναι και ενα απογευμα στον Αιαντα στην απογευματινη προβολη της κλειστοφοβικης Ευριδικης του με δυο θεατες...
Τα blog ειναι κυριαρχια της γραφης μαλλον μιας και ο προφορικος λογος απαιτει την φυσικη παρουσια του προσωπου.Η γλωσσα η ιδια φερει τον αποχωρισμο μεσα της μιας και ξεχωριζει την υλικη μορφη απο το σημαινομενο.
Πολυ εκφραστικο το post του Μετοικου σε ιστορικα βιωματα αλλα και σημερινη αληθεια-τι κανεις οταν τα τευχη του περιοδικου που διαβαζες ειναι καταχωνιασμενα καπου στη βιβλιοθηκη και αδυνατεις να τα ψαξεις....
@ Ανωνυμος
Σκοπου 12,φιλε.
Αν δεν υπηρχε αυτη η διευθυνση ισως ημουν πολυ καλυτερος σκακιστης.Κι ενας καταλογος που εφυγαν τα καλυτερα μας χρονια, χειμωνα- καλοκαιρι..
http://cinemahellas.wordpress.com/%CE%BA%CE%B
1%CF%84%CE%AC%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%BF%CE%B
9/%CE%BA%CE%B
9%CE%BD%CE%B7%CE%BC%CE%B1%CF%84%CE%BF%CE%B3
%CF%81%CE%AC%CF%86%CE%BF%CE%B9-%CE%B8%CE%B5%CF%83%CF%83%CE%B1%CE%BB%CE%BF
%CE%BD%CE%AF%CE%BA%CE%B7%CF%82/
απο το εξαιρετικα νοσταλγικο http://cinemahellas.wordpress.com/
Δεν ειμαι τοσο σιγουρος ωστοσο οτι στα blogs το στοιχειο της γραφης ειναι κυριαρχο..Αν υπαρξει ο απαιτουμενος χρονος, αποκτας μια προσωπικη αισθηση για τον συνομιλητη σου, αναλογη μ'αυτην που προσφερει ο ζωντανος διαλογος.Απο την αλλη βεβαια γραφει ο καθενας μονος του..
@ Μέτοικος
Δεν μου αρκεί το «κι αύριο λέω θα γίνουμε ακόμα πιο απλοί». Δεν ταιριάζουν τα mañana και τα θα σε κάτι το αυτονόητο που, όπως η σωματική ανάγκη του Νιόνιου, δεν παίρνει αναβολή. Τώρα που «η ώρα που πνίγεται το δείλι» είναι εδώ, δεν με ικανοποιεί τίποτα λιγότερο από το «ήδη από καιρό γινόμαστε κάθε μέρα και πιο απλοί».
Έρχεται στο στόμα η σπαρακτική ερμηνεία της Γλυκερίας στο «Σε μια σχεδία».
Αναπυνθανόμενος στους μακαρίτες σινεμάδες του cinemahellas, αναπλάθω ξεχωριστές στιγμές που έζησα μπροστά στη μεγάλη οθόνη, στη μακρινή μετεφηβεία μου, όταν δεν υπήρχαν ακόμα dolby surround και αεροπορικά καθίσματα σε μούλτιπλεξ σουπερμάρκετ. Πες με απολίθωμα, όμως αναπολώ τις ξεχαρβαλωμένες σούστες στις άβολες πολυθρόνες του “Άμλετ” –μετέπειτα στριπτηζάδικο Million Dollars– και τη μυρωδιά νοσοκομειακού απολυμαντικού του “Άστρον” –όχι βέβαια των Αμπελοκήπων· της Αμφιάλης–, που πάντως ήταν προτιμότερη από το ταγγισμένο βούτυρο των ποπκόρν.
Παίζει την “Αταλάντη” του Βιγκό σήμερα στη “Λαΐδα”. Υπήρχε και σινεμά με το όνομα της άλλης διάσημης αρχαίας εταίρας, η “Φρύνη” στα Καμίνια, κατόπιν μπιλιαρδάδικο, όπως και το “Ρόξυ” στην πλατεία Κυψέλης, τώρα πια ίντερνετ καφέ, τρία ευρώ οι τρεις ώρες pc games. Έχει και πίνμπωλλς, σαν αυτά που έχει στις ταινίες και στα βιβλία του, και είχε και σπίτι του, ο Νικολαΐδης. Πρόοδος.
Αταλάντη έλεγαν και τη μία από τις δύο αδελφές Τασουλή – η άλλη, η λιγότερο καλή, ήταν η Πανδώρα. Κρεμανταλού και άτσαλη, αλλά το σοβάτιζε το πανέρι. Ομαδάρα τότε ο Σπόρτινγκ, ο “θηλυκός Άρης” του μπάσκετ, Ανθή Παπαηλία, Σόφη Κλιγκοπούλου, Ελένη Βασιλείου κι έτσι. Εγώ τη Σόφη πήγαινα, ήταν μορτάκι, μαχήτρια, θρασαύχην.
Ξέφυγα πάλι...
@ κλπ
Δεν θα το πιστεψεις αλλα Αταλάντη (και οχι η ατάλαντη) Τασουλη(34 χρονων) και Ελενη Βασιλειου(36 χρονων) επαιζαν και φετος στην Α1 του γυναικειου μπασκετ,η πρωτη στο Παλιο Φαληρο,και η δευτερη στην ΦΕΑ,και με αρκετα καλα στατιστικα.Στο γυναικειο μπασκετ τα ταλεντα βρισκονται πιο δυσκολα κι απο το σκακι πια.
Η Σοφια η Κλιγκοπουλου εχει το ρεκορ συμμετοχων στην Εθνικη ομαδα με 210 εμφανισεις.
Φυσικο ειναι να ειναι ο Σπορτιγκ ο θηλυκος Αρης αφου εκει επαιζε ο θηλυκος Γκαλης (Αν.Κωνσταντινιδου)
Μέτοικε είστε υπερβολικός.
Μάλτση (MVP του euro μάλιστα) και λοιπές ήρθαν 5ες στο περσινό euro και προκρίθηκαν για πρώτη φορά σε mundobasket.Οι παλιές ούτε με κυάλια δεν τα έβλεπαν αυτά.
Ωραίες οι αναμνήσεις αλλά δεν ήταν και όλα ρόδινα παλιότερα.
@ 1+1=2
Αν και υπαρχει σοβαρος κινδυνος να κανουμε μια συζητηση αναλογη αυτης του διπλανου post,και για λαθος αθλημα,η ομαδα που βγηκε 5η στο Πανευρωπαϊκο στηριχτηκε στις Μαλτση(1978),Παπαμιχαηλ (1986),Καλτσιδου (1983) και Καλεντζου (1978).Οχι ακριβως μια νεανικη ομαδα,κατα την γνωμη μου, ενω στα ηλικιακα πρωταθληματα η Ελλαδα εχει πεσει στην Β'κατηγορια σε 3 απο τις 6 κατηγοριες αγοριων και κοριτσιων, πραγμα που σημαινει οτι ειμαστε εξω απο τις 16 καλυτερες ομαδες της Ευρωπης στις αντιστοιχες κατηγοριες.
Φυσικα και δεν ηταν ολα ροδινα,το αντιθετο θα ελεγα,δεν τα λενε τυχαια τα "Πετρινα χρονια του Ελληνικου μπασκετ".Η διαφορα ωστοσο,οπως την βλεπω εγω, δεν ειναι στο ταλεντο αλλα στην δουλεια,και ακομη στο οτι οι παικτες/τριες εκεινων των χρονων το γουσταραν πραγματικα αυτο που εκαναν,γι αυτο και συνεχιζαν/ζουν να παιζουν σε μεγαλη ηλικια,και δεν εμπαιναν στο παρκε μονο και μονο γιατι θα επαιρναν χρηματα,μορια,θεση στο δημοσιο,αδεια πρακτορειου Προπο, και δεν ξερω κι εγω τι αλλο..
Δεν είναι και το αντικείμενο του blog για να το συζητήσουμε :)
Αυτό που ήθελα να τονίσω είναι ότι για κάποιο λόγο τείνουμε να βλέπουμε γεγονότα και αναμνησεις των νεανικών μας χρόνων μέσα από μεροληπτικό πρίσμα.Και όχι μόνο στον κινηματογράφο.
Και πάντως η Μάλτση δεν είναι γεννημένη το 1960 για να παίξει στα 80,ενώ η μεγάλη της άνοδος σημειώθηκε από το 2004 και μετά.Και για την ιστορία οι 3 ανδρικές ομάδες είναι στην πρώτη κατηγορία,άρα μάλλον οι 3 γυναικείες είναι στη δεύτερη.
@ 1+1=2:
Πρωτα-πρωτα χρωσταω μια διορθωση,εχετε δικιο, και οι 3 ανδρικες ηλικιακες ομαδες ειναι στην πρωτη κατηγορια,το ιδιο και η γυναικεια U-16,απλα καποια απο τις ανδρικες κινδυνεψε να πεσει επι 2 χρονια,και τα μπερδεψα.
Θα συμφωνησω ακομα και με το σχολιο οτι τεινουμε να βλεπουμε τις αναμνησεις των νεανικων μας χρονων μεσα απο το προσωπικο μας πρισμα.Προτιμω το "προσωπικο" απο το "μεροληπτικο" γιατι δεν μπαινει,για μενα τουλαχιστον,ενα θεμα "αντικειμενικης" αξιολογησης.Ο κοσμος και οι ανθρωποι αλλαζουν,ειτε μας αρεσει ειτε οχι,και πολλες φορες μας ξενιζει η κατευθυνση προς την οποια κατευθυνονται.
Δεν νομιζω ωστοσο οτι το να τονισουμε τα επιτευγματα καποιων παλιων,σε συναρτηση με την φτωχια στην παραγωγη νεων παικτριων,αποτελει ευνοια στην γενια τους.Αυτο δεν μειωνει σε τιποτα την Μαλτση,η οποια για να συνδυασει παθος και επαγγελματισμο, παιζει εδω και καποια χρονια (απο το 2004) στο εξωτερικο,οπως εκαναν φετος 7-8 αλλες Ελληνιδες,ενω στο πρωταθλημα οι ομαδες κατεβαιναν με 3 ξενες.Ας διευκρινισω ακομη οτι στο μπασκετ,οπως και στο σκακι,δεν θεωρω πως ευθυνονται τα νεα παιδια γιατι δεν υπαρχει αξιολογη ανανεωση.Αλλου ειναι φυσικα το προβλημα,αλλα θα το παμε πολυ μακρια..
@ Μέτοικος
Ναι, η Άννυ. Την πρόλαβα στο τέλος της καριέρας της. Και αυτή και η Ανθή, έβλεπαν το καλάθι σαν μπανιέρα. Όμως έχω, από συναδελφική αλληλεγγύη υποψιάζομαι, την τάση να ταυτίζομαι με τους λιγότερο προβεβλημένους και τους λιγότερο χαρισματικούς. Έτσι, είναι φυσικό να είμαι με τη Σόφη, που έκανε αθόρυβα και αδιαμαρτύρητα όλη τη λάντζα στα μετόπισθεν - ήταν, ας πούμε, ο Λυπηρίδης ή ο Στολτίδης της παρέας, που, χωρίς να είναι τα πρώτα βιολιά, από αυτούς ξεκινούσε η πεντάδα, αντίστοιχα εντεκάδα.
Χάρηκα για την Αταλάντη και την Ελένη· μακάρι να παίζουν ως τα 53 τους, σαν τον Βαμβακούλα, που παίζει ακόμα στην Τόλμη Περιστερίου. Τον είχα πετύχει στο ραδιόφωνο κάποια δόση, ανέλυε το ντέρμπυ με τους Τράχωνες ή κάποια παρόμοια ομάδα με αξιοζήλευτο ενθουσιασμό. Ο αθλητισμός είναι χαρά και υγεία· ο πρωταθλητισμός, μάλλον τίποτα από τα δύο. Είχε ανοίξει κι ένα φαγάδικο στην Αργυρούπολη, δεν έμαθα αν έπιασε. Ωραίος τύπος, αυθόρμητος, αυθεντικός, απείρως προτιμότερος από τους σημερινούς αστέρες με τις άνευρες δηλώσεις-φωτοτυπίες, «Θεωρώ (όλοι θεωρούν, κανένας δεν νομίζει ή πιστεύει) ότι είναι ένας δύσκολος αγώνας, όλοι κερδίζουμε και όλοι χάνουμε, δεν με νοιάζει να βάλω εγώ το γκολ, ας το βάλει και ο Ρουφογκόλης [ή ο κατά περίπτωση τρίτος, εκτός αποστολής, τερματοφύλακας], αρκεί να κερδίσουμε, σεβόμαστε τον αντίπαλο αλλά δεν τον φοβόμαστε, θέλουμε τη νίκη ακόμα και με μισό-μηδέν, κοιτάμε κάθε αγώνα ξεχωριστά και στο τέλος θα κάνουμε ταμείο» και άλλα τέτοια πρωτότυπα.
@ 1+1=2
Η τάση να αγιοποιούμε, τρόπον τινά, το παρελθόν σε σύγκριση με το παρόν, εκτός του ότι είναι ατράνταχτη ένδειξη (ή μήπως σύμπτωμα;) ότι γερνάμε –όπως το λέω: γερνάμε, όχι ωριμάζουμε· από τη στιγμή που, πάνε κάμποσα χρόνια, συνέλαβα τον εαυτό μου να λέει «Εμείς στον καιρό μας...», συνειδητοποίησα ότι είχε αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση–, είναι καθολική και διαχρονική. Χαρακτηριστικό είναι ότι, σε ερωτήματα τύπου ποιος είναι ο καλύτερος ποδοσφαιριστής (σκηνοθέτης, τραγουδιστής κ.ο.κ.) όλων των εποχών, οι πενηντάρηδες και άνω θα απαντήσουν ο Πελέ, οι τριαντάρηδες ο Μαραντόνα, και, μετά από δέκα χρόνια, οι σημερινοί έφηβοι, ο, ξερωγώ, Μέσσι –αν υποτεθεί ότι έχει αντίστοιχη εξέλιξη–, ή κάποιος, άδηλος σήμερα, καινοφανής αστέρας της γενιάς τους· αντίστοιχα, στο ερώτημα για το καλύτερο ροκ συγκρότημα, οι της γενιάς μου θα απαντήσουν οι περισσότεροι Μπητλς και οι λιγότεροι Στόουνς, οι σημερινοί σαραντάρηδες, κάτι σε Πινκ Φλόυντ ή Κουήν, και οι σημερινοί εικοσάρηδες, τίποτα Γουάιτ Στράιπς ή κάποιους άλλους απίθανους.
Πάντως, φαινόμενα τύπου φετινού ποδοσφαιρικού Άρη, ενδεκάδα με δέκα ή και έντεκα ξένους, που θα ανανεωθούν του χρόνου με δέκα, δεκαπέντε, δεκαοχτώ άλλους λεγεωνάριους, ή Σπανούλη, που του δίνουν οι Αγγελόπουλοι 2,4 πακέτα τον χρόνο, 400 φορές όσο παίρνει ένας συνταξιούχος των 500 ευρώ, και το σκέφτεται, ο δυσαίων κυνοθαρσής, καταδεικνύουν τη στρέβλωση που έχει επέλθει από τότε που το ποδόσφαιρο κυρίως, αλλά και το μπάσκετ δευτερευόντως, έγιναν «επαγγελματικά», και μόνο τη χαρά και την υγεία που έλεγα παραπάνω δεν φανερώνουν. Τελευταίο αλλά όχι έσχατο, για να πω και τον αγγλισμό μου, «εμείς στον καιρό μας» (νάτο πάλι...) πηγαίναμε και καθόμαστε στο γήπεδο όλοι μαζί, οπαδοί γηπεδούχων, φιλοξενουμένων, και ουδέτεροι πολλές φορές (δεν ήταν λίγοι αυτοί που πήγαιναν για να δουν την ΑΕΚ του Παπαϊωάννου, τον ΠΑΟΚ του Κούδα ή τον Άρη του Κούη, και ας μην υποστήριζαν τις συγκεκριμένες ομάδες), ενώ σήμερα, ας μην το περιγράψω καλύτερα. Επομένως, μην μας παρεξηγείτε αν εμείς οι παρήλικες νοσταλγούμε την εποχή του Δεληκάρη, και ας μαρκάριζε με τα μάτια, και του Τρόντζου, και ας έκανε δύο λεπτά να πάει από τη μια μπασκέτα στην άλλη.
Δημοσίευση σχολίου